ΣΧΟΛΙΟ Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΛΥΓΕΡΟΥ (19-11-99)

Βελούδινη αδιαλλαξία

Το εύκρατο κλίμα στη χθεσινή συνάντηση Σημίτη - Ετσεβίτ απέχει πολύ από του να σηματοδοτεί τη λύση της ελληνοτουρκικής διένεξης ή τουλάχιστον την έναρξη μιας διαδικασίας προς αυτή την κατεύθυνση. Η δημόσια παραίνεση του Αμερικανού προέδρου προς την Αγκυρα να απαντήσει με μια κίνηση καλής θέλησης στα ανοίγματα της Αθήνας δεν βρήκε ανταπόκριση. Οι Τούρκοι γνωρίζουν καλά ότι η Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να τους πιέσει πέρα από ένα σημείο, και ακριβώς γι' αυτό θεωρούν ότι έχουν την πολυτέλεια να αφήσουν τη σύσταση του κ. Κλίντον να πέσει στο κενό. Ούτε την επαναλειτουργία της πατριαρχικής Σχολής της Χάλκης δεν ανακοίνωσαν. Εχοντας επίγνωση ότι το Κυπριακό είναι το αδύνατο σημείο της, η Αγκυρα προσπαθεί να το αποσυνδέσει από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με το πρόσχημα ότι το πρόβλημα αυτό βρίσκεται στα χέρια του ΟΗΕ. Ο κ. Ετσεβίτ το κατέστησε δημοσίως σαφές, χωρίς ο κ. Σημίτης να του απαντήσει ότι η εξομάλυνση των διμερών σχέσεων εξαρτάται από τη διευθέτηση του Κυπριακού. Στην πραγματικότητα, η τουρκική πλευρά έχει παρασκηνιακά απορρίψει τις αμερικανικές ιδέες. Ο κ. Ντενκτάς θα πάει τον Δεκέμβριο στη Νέα Υόρκη, γιατί θα είχε μεγάλο κόστος εάν αρνιόταν μέχρι τέλους. Επιπλέον, η Τουρκία θέλει αυτή την περίοδο τις διακοινοτικές συνομιλίες, αφενός γιατί τη διευκολύνουν να αποσυνδέσει το Κυπριακό και αφετέρου γιατί την εμφανίζουν διαλλακτική και ευρύτερα δημιουργούν ένα κλίμα, το οποίο της είναι αναγκαίο για να αποσπάσει στο Ελσίνκι την υποψηφιότητα. Η Τουρκία προσπαθεί να εξασφαλίσει την υποψηφιότητά της προσφέροντας μόνο καλά λόγια και ευχές για τις διμερείς σχέσεις. Δεν είναι διατεθειμένη να δώσει κάποιο αντάλλαγμα στην Ελλάδα, αλλά ούτε και να αρχίσει να προσαρμόζεται στους ευρωπαϊκούς κανόνες πολιτικής συμπεριφοράς. Γι' αυτό και αρνείται να αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Η Αθήνα πρέπει να θέτει στην Ευρωπαϊκή Ενωση το ζήτημα της Χάγης ως πράξη προσαρμογής και όχι απλώς και μόνο ως μέθοδο επίλυσης της ελληνοτουρκικής διένεξης. Κυβερνητικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι εάν δεν υπάρξουν πολιτικά ανταλλάγματα, η Ελλάδα θα ασκήσει βέτο στο Ελσίνκι. Δεν είναι ακόμα σαφές εάν η Αθήνα προσπαθεί να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση, αλλά είναι προφανές ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε δίλημμα. Ο πρωθυπουργός θα ήθελε να αποφύγει το βέτο και ό,τι αυτό συνεπάγεται, αλλά από την άλλη πλευρά φοβάται το μεγάλο πολιτικό κόστος εν όψει εκλογών. Για το λόγο αυτόν, δεν αποκλείεται καθόλου η Αθήνα να ζητήσει παραπομπή του επίμαχου θέματος στη σύνοδο κορυφής του Ιουνίου...