Ο Ελληνισμός στον Παγκόσμιο Χώρο

Του Γρηγόρη Δ. Νιώτη, Υφυπουργού Εξωτερικών


Κατά την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα, η ανθρωπότητα διανύει μία περίοδο ιστορικών αλλαγών, μεταβολών και ανακατατάξεων. Μέσα σε αυτό το νέο διεθνές περιβάλλον, ο Ελληνισμός ως κρατικό, κοινωνικό και εθνικό μέγεθος, αλλά και η Διασπορά ειδικώτερα, διαδραματίζουν πολύπλευρο ρόλο σε διάφορους τομείς.

Ο Ελληνισμός, κατά συνέπεια, ως μέγεθος με την παραπάνω έννοια, αλλά και ως πολιτιστική οντότητα, οφείλει να ανταποκριθεί σε ένα σύνολο προκλήσεων / προσκλήσεων, με πολλαπλές δυνατότητες, λαμβάνοντας υπ'όψη ως θεμελιακό δεδομένο, την ιστορική διαδρομή του έθνους μας- που δραστηριοποιείται μέσα και ταυτόχρονα, πέρα και έξω από τη γεωγραφία του.

Χωρίς αμφιβολία, παρακολουθούμε σήμερα τον ραγδαίο μετασχηματισμό της διεθνούς κοινωνίας, ως αποτέλεσμα του τέλους της ψυχρο-πολεμικής αντιπαράθεσης που σφράγισε την πορεία της ανθρωπότητος, από την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945.

Στην μεταβατική αυτή περίοδο προς ένα "πολυ-πολικό" σύστημα "ισορροπίας δυνάμεων", δημιουργούνται βάσιμες ελπίδες και προσδοκίες για μία ειρηνική επίλυση των διεθνών και περιφερειακών διαφορών, βασισμένες στη λογική της άμβλυνσης και ενδεχομένως μείωσης του ιδεολογικο-πολιτικού και στρατιωτικού ανταγωνισμού. Η εντεινόμενη οικονομική, τεχνολογική, οικολογική, επικοινωνιακή και πολιτιστική αλληλεξάρτηση, ανάμεσα στα 185 κράτη του πλανήτη, και η ανάγκη πολύπλευρης μεταξύ τους συνεργασίας για την συνδιαχείριση και τελικά επίλυση των παγκοσμίων προβλημάτων, έχει οδηγήσει τους θεωρητικούς να μιλούν για την συνύπαρξη των λαών σε ένα "Παγκόσμιο Χωριό" (Global Village).

Σε ένα σημαντικό παράγοντα που επηρρεάζει καθοριστικά και επιδρά καταλυτικά στην σύζευξη των κοινωνικο-πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών επιπέδων των διαφόρων χωρών, αναδεικνύονται οι υφιστάμενες διασπορές - που δραστηριοποιούνται, συνυπάρχουν και λειτουργούν, τις περισσότερες φορές, αρμονικά στο διαμορφωμένο αλλά και το εξελισσόμενο περιβάλλον των χωρών υποδοχής. Λειτουργούν παράλληλα και ως εν δυνάμει γέφυρες φιλίας και συνεργασίας των χωρών καταγωγής με τις χώρες υποδοχής σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου, συγκροτώντας τα παγκόσμια ανθρώπινα δίκτυα που αποτελούν μία ενδιαφέρουσα συνιστώσα του "Παγκόσμιου Χωριού".

Οι διασπορές αυτές, διαδραματίζουν αυξανόμενο ρόλο, εξ΄αιτίας, ακριβώς, των δραματικών αλλαγών που παρατηρούνται στο διεθνές σύστημα. Ο ρόλος αυτός - και οι επιπτώσεις του στις δια-κρατικές σχέσεις - εξηγείται ειδικώτερα, αν ληφθούν υπόψη:

  1. τα αυξανόμενα μεταναστευτικά κύματα, ανάμεσα στα κράτη και
  2. η ανάπτυξη πολιτικών και κοινωνικών μορφών πλουραλιστικής δημοκρατίας, καθώς και η προσπάθεια εδραίωσης της οικονομίας της αγοράς.

Πιο συγκεκριμένα, οι ριζικές ανακατατάξεις στις πολιτικές και οικονομικές δομές των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, (χώρες Κ.Α.Ε.), των Βαλκανίων, της πρώην Σοβιετικής Ενωσης (Κ.Α.Κ) και των χωρών του Τρίτου Κόσμου, έχουν οδηγήσει σε πολυάνθρωπες μετακινήσεις πληθυσμού από την Ανατολή προς τη Δύση, και από τον υπανάπτυκτο Νότο, στο βιομηχανικό και ανεπτυγμένο Βορρά.

Σε ό,τι αφορά τον Ελληνισμό, η Ομογένεια συνδιαμορφώνει - όπως άλλωστε και στο παρελθόν - σημαντικότατο, θεμελιακό ρόλο.

Στο σημείο αυτό, οφείλουμε να καταγράψουμε τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του υπάρχοντος, εκτός των συνόρων της χώρας μας, Ελληνισμού. Ο οποίος, χωρίς να αποτελεί χωριστή ή απομονωμένη εθνική οντότητα έχει - κατ΄αρχήν - αρμονικά και ισότιμα ενταχθεί στο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον και γενικότερα στο πολιτειακό σύστημα των χωρών υποδοχής σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις. Αποτελείται, δηλαδή, από πολίτες των χωρών οι οποίοι αρχικά αποτέλεσαν μεταναστευτικό ρεύμα και σταδιακά εντάχθηκαν στις κοινωνικο-οικονομικές συσσωματώσεις των Ην. Πολιτειών, του Καναδά, της Λατ. Αμερικής, και της Αυστραλίας, στα πλαίσια του αναπτυσσόμενου "πολυ-πολιτισμικού" (Μulticultural) μοντέλου.

Μπορούμε επίσης να υπογραμμίσουμε ότι στην Ευρώπη, ο Ελληνισμός κινείται στα πλαίσια της Μετα-Μάαστριχτ Ευρωπαϊκής Ένωσης με αυξανόμενα πολιτικά δικαιώματα, όπως για παράδειγμα, αυτό του εκλέγειν και εκλέγεσθαι σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης,ή ακόμη και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άλλες σημαντικές συσπειρώσεις του Ελληνισμού όπως, για παράδειγμα, στην πρώην Σοβιετική Ένωση, δεν αποτελούν ή συγκροτούν κάποιας μορφής μειονοτική ομάδα, αλλά αποτελούν - κατά κανόνα - παράγοντα σταθερότητας όπως διαπιστώθηκε κατά την πρόσφατη επίσκεψή μας σε τέσσερις χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών - δηλαδή την Αρμενία, την Γεωργία,την Pωσία και την Ουκρανία. Στα πλαίσια των αναπτυσσόμενων διμερών σχέσεων και συμφωνιών, οι λαοί και οι κυβερνήσεις των - ανεξάρτητων πλέον - Δημοκρατιών αυτών, έχουν καταστήσει σαφές ότι επιθυμούν και επιδιώκουν τόσο την εκεί παραμονή των Ελλήνων, όσο και την αρμονική συμβίωσή τους με αυτούς - παρά τις υπάρχουσες δυσκολίες στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα που χαρακτηρίζουν το μεταβατικό στάδιο από το οποίο σήμερα διέρχονται.

Ακόμη και στην Αφρικανική ήπειρο, η οποία χαρακτηρίζεται από μία αυξημένη ρευστότητα, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι ο Ελληνισμός θα αρθρωθεί τελικά και θα οργανωθεί με, ανάλογο προς τις άλλες γεωγραφικές περιοχές, τρόπο.

Διαπιστώνουμε, σε σχέση με τις παραπάνω επισημάνσεις, ότι καθίσταται αναγκαία η διατύπωση μιάς Στρατηγικής του Ελληνισμού, ιδιαίτερα καθώς ο νέος "παγκόσμιος χώρος" - το Παγκόσμιο Χωριό - αποτελεί ήδη μία υπαρκτή διεθνή πραγματικότητα.

Η Ελλάδα, συνδεόμενη με τον Ελληνισμό της Διασποράς (Χώρος Ευρωπαϊκής Ένωσης, Μ.Ανατολής / Ανατολικής Μεσογείου, πρώην Σοβιετική Ένωση, Βαλκάνια και άλλες υπερπόντιες περιοχές - ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία, Ν. Αφρική) δέχεται επιρροές και πιέσεις αλλά, ταυτόχρονα, μπορεί και πρέπει να συμβάλλει δημιουργικά - και να εντάσσεται με αξιώσεις σε μορφές συνεργασίας, φιλίας, προώθησης της ειρήνης, του πολιτισμού και της κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης των χωρών υποδοχής. Αξιοποιώντας μάλιστα και δημιουργώντας περαιτέρω ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε ένα σύστημα δομών, - όπου εξαλείφονται σταδιακά τα εμπόδια στον οικονομικό, επικοινωνιακό, μορφωτικό και πολιτιστικό τομέα. Χωρίς φυσικά να διαφεύγει της προσοχής το γεγονός, ότι υπάρχουν: αφενός ιστορικά διαμορφωμένοι πρωτογενείς δεσμοί της χώρας μας, με ομογενείς πολίτες τρίτων χωρών που διατηρούν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της εθνικής μας ταυτότητας (γλώσσα, θρησκεία, ισχυρή εθνική συνείδηση) και αφετέρου, δεσμοί με άτομα ελληνικής καταγωγής - τέταρτης και πέμπτης γενεάς - οι οποίοι, κυρίως, εντάσσονται στις κοινωνίες αυτές, πρωταρχικά ως γηγενείς πολίτες.

Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης στην σύλληψη της Στρατηγικής του Ελληνισμού, προϋποθέτει συνεπώς, την ανάπτυξη και λειτουργία μιάς αμφίδρομης σχέσης, τόσο ανάμεσα στην Ελλάδα και την Διασπορά της, όσο και προς την αντίστροφη κατεύθυνση, της αυτοοργανωμένης Ομογένειας προς την χώρα καταγωγής, στη βάση τόσο της "προνοιακής διάταξης" του άρθρου 108 του Συντάγματος καθώς και του άρθρου 1 παρ. 3, που αναφέρεται στο ΄Εθνος, αντιστοίχως. Αυτή η στρατηγική επιβάλλεται, κατά πρώτον, να εστιάζεται γύρω από την προώθηση της "θεσμικής ενότητος" του Ελληνισμού, που περιλαμβάνει ως ολοκληρώματά της το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ) και το "Κοινοβούλιο του Ελληνισμού" (ή την Παγκόσμια Συνέλευση του Ελληνισμού) (ΚΤΕ/ΠΣΕ) αλλά και δεύτερον, την ανάπτυξη σε διμερές και πολυμερές επίπεδο, συμφωνιών και επιτρεπτών δράσεων. Με άλλες λέξεις, την ανάπτυξη των παγκόσμιων δικτύων/σχέσεων του Ελληνισμού, που είναι ταυτόχρονα και σχέσεις της Ελλάδος με τις φίλες χώρες υποδοχής.

Πρωταρχικοί άξονες αυτών των δράσεων θα αφορούν κυρίως:

  1. την ελληνική γλώσσα και τη διατήρησή της,
  2. την Ορθοδοξία,
  3. την διατήρηση της Ιστορικής μνήμης,
  4. τον Πολιτισμό,
  5. την οικονομική συνεργασία,
  6. τα Δίκτυα - σχέσεις επικοινωνίας (Ο.Μ.Μ.Ε. - ΙΝΤΕRΝΕΤ κλπ).

Όσον αφορά τον πρώτο άξονα, η πολιτική διατήρησης και εξάπλωσης της ελληνικής γλώσσας ως μητρικής, έστω και ως δεύτερης γλώσσας νοείται στο πλαίσιο μιας πολιτικής συνακόλουθης προς την προτεραιότητα που πρακτικά θα απολαμβάνει η γλώσσα της χώρας υποδοχής. Η καλλιέργεια και η διάδοση της ελληνικής γλώσσας αποτελεί ένα πρωταρχικό καθήκον. Σφυρηλατεί δε, τους δεσμούς και διαδραματίζει ένα συνεκτικό ρόλο στη συγκρότηση της σχέσης ανάμεσα στον Ελληνισμό και την Ελλάδα. Σε τελική ανάλυση, αποτελεί τον ιστορικό, πολιτισμικό, θεμελιακό και ταυτόχρονα συνθετικό κρίκο των σχέσεων της διασποράς με την ρίζα/καταγωγή.

Πάνω δε στη γλώσσα οικοδομούνται παράλληλα η γνώση της Ιστορίας, ο Πολιτισμός και ασφαλώς η Ορθοδοξία. Μαζί και οι γέφυρες συνεργασίας που συγκροτούν τα "δίκτυα του Ελληνισμού" (ανθρώπινα, - Ληξιαρχείο του Ελληνισμού - μορφωτικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά, επικοινωνιακά και επιχειρηματικά δίκτυα σχέσεων).

Η προτεινόμενη εθνική στρατηγική και η πλήρης αξιοποίηση αυτών των "ανοικτών" δικτύων/σχέσεων διατηρεί, ενδυναμώνει και εδραιώνει την εκπληκτική αντοχή του ρεύματος φιλελληνισμού στις κοινωνίες τρίτων χωρών και ιδιαίτερα των χωρών υποδοχής των μεγάλων συγκεντρώσεων του Ελληνισμού.

Η διεθνής συγκυρία υπό το φως των ανωτέρω, αποτελεί μία μοναδική, ευνοϊκή περίοδο για τη συγκρότηση, την ανάπτυξη, την ενθάρρυνση και τη ν ολοκλήρωση των δικτύων-σχέσεων του Ελληνισμού, σ΄όλο τον κόσμο. Υπάρχουν δε, όπως θα εκθέσουμε παρακάτω, δύο σημαντικοί λόγοι που μας καλούν να σχεδιάσουμε με ολοκληρωμένο τρόπο, να προτείνουμε, να θεσμοθετήσο υμε και να υλοποιήσουμε μία Εθνική Στρατηγική, εδραιωμένη στην ευρύτερη δυνατή πολιτική συναίνεση.

Ο πρώτος λόγος είναι το ευνοϊκό παγκόσμιο περιβάλλον όπως αυτό διαμορφώνεται μέσα από τα επικοινωνιακά και τεχνολογικά επιτεύγματα, δηλ. την επανάσταση στον τομέα της πληροφορικής, τη διάχυση των ιδεών και τελικά την διαμόρφωση ενός "ανοιχτού" διεθνούς συστήματος.

Ο δεύτερος λόγος, συνδέεται με τον μετασχηματισμό του παγκόσμιου περιβάλλοντος στις προδιαγραφές και το σχήμα/μόρφωμα ενός - αποκαλούμενου από τους θεωρητικούς - "Παγκόσμιου Χωριού" (Global Village).

Τα νέα αυτά δεδομένα, συγκροτούν μία διαφορετική πραγματικότητα που "επιβάλλει" (και κυρίως προτρέπει) στον Ελληνισμό να "ακουμπήσει" στα παγκόσμια δίκτυα / σχέσεις του μέσα από επιτρεπτές, ανεκτές, ενθαρρυνόμενες και προβλεπόμενες διμερείς ή πολυμερείς σχέσεις. Διότι από το "κλειστό" πρότυπο του Έθνους-Κράτους βρισκόμαστε, τώρα, μπροστά σε μία προοπτική υπερεθνικών συσσωματώσεων και συνεργασιών αλλά και σε ένα παγκόσμιο σύστημα αλληλεπιδράσεων και αλληλοεπιρροών. Δηλαδή σε μία διεθνή κοινωνία που χαρακτηρίζεται από την ανάγκη συνδιαχείρισης και επίλυσης των παγκόσμιων προβλημάτων (οικολογία, φτώχεια, υπανάπτυξη, αναλφαβητισμός, θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα κ.λ.π.).

Μέσα σ΄αυτό το μοναδικό και ευνοϊκό περιβάλλον μια στρατηγική προώθησης των δικτύων/σχέσεων του Ελληνισμού, οφείλει να υπακούει σε απτούς και ευκρινείς στόχους απελευθερωμένους από "παν-ελληνιστικά" ιδεολογήματα.

Θεσμικά μέσα για την πραγματοποίηση/υλοποίηση της στρατηγικής αυτής αποτελούν:

  1. Το FΟRUΜ της Παγκόσμιας Συνέλευσης του Ελληνισμού και
  2. Το Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού (ΣΑΕ) με την αντίστοιχη "Συνέλευσή" του.

Οι δύο αυτές Συνελεύσεις (FΟRΑ) και ο κοινός υποστηρικτικός τους μηχανισμός (στα πλαίσια ενός "Ιδρύματος του Ελληνισμού" ή του "Εθνικού Συμβουλίου του Ελληνισμού") - με την απαραίτητη οργανωτική/γραμματειακή τους διάρθρωση, σε τομείς και αντίστοιχες επιτροπές, έχουν ως βασική αποστολή, το να εντάξουν και να προωθήσουν στο διαμορφούμενο διεθνές σύστημα τα παγκόσμια ανθρωποδίκτυα του Ελληνισμού και τις 3.000 περίπου οργανώσεις του, χωρίς να αποτελούν κρατικά/πολιτειακά μορφώματα, ούτε να συγκροτούν διοικητικά όργανα. Στοχεύουν να συναρθρώσουν τον Ελληνισμό στη βάση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, με μία χαλαρή οργανωτική "καλύπτρα" στήριξης της αυτοοργάνωσής του και ενίσχυσης ειδικότερα, της πολιτιστικής ταυτότητας του έθνους μας στο μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα.

Συμπερασματικά, οι γεννεσιουργοί λόγοι δημιουργίας των δύο ανωτέρω θεσμικών ολοκληρωμάτων μπορούν να αναζητηθούν τόσο στην υπόσταση του Ελληνισμού, ως ιστορικής-υπαρκτής οντότητας, όσο και στις νέες παραμέτρους της διεθνούς κοινωνίας, και των επιμέρους συστατικών στοιχείων της, καθώς στην παρούσα εξελικτική φάση, συγκεκριμενοποιούνται οι λειτουργικές απαιτήσεις του "Παγκόσμιου Χωριού".

Από τα ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι η διαμορφούμενη εθνική στρατηγική συνδέεται: