ΕΝΑΣ ΠΡΩΤΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΣΚΕΨΗΣ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΟΥ ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ

Μια ενδοσκόπιση, μέσα από το πρίσμα, αφενός των στόχων της αναθεώρησης που τέθηκαν (δηλαδή, να πλησιάσει πιο κοντά η ΕΕ στον ευρωπαίο πολίτη, να προωθηθεί μία θεσμική αντιδιάταξη της λειτουργίας των οργάνων ενόψει της μελλοντικής διεύρυνσης, να διαμορφωθεί μία αποτελεσματική ΚΕΠΠΑ)και αφετέρου των εθνικών προτεραιοτήτων και επιδιώξεων των κρατών-μελών, οδηγεί αβίαστα στα εξής συμπεράσματα:

Άγνωστος ο όρος συμβιβασμός, ο διαλαμβανόμενος και ως περίεργος/ ύποπτος για την τρέχουσα Ελληνική συζήτηση πλην απαραίτητος, προκειμένου να επιχειρηθεί η σύνθεση των αντιτιθεμένων απόψεων των εταίρων, συχνά μ΄ έντονη πολιτική χροιά, αποτελεί ως γνωστό, τη βασική διαπραγματευτική αρχή στην Ε.Ε. Το αποτέλεσμα του Άμστερνταμ είναι - και αυτό - ένα ισορροπημένο αποτέλεσμα συμβιβασμού ανάμεσα σε θέσεις (π.χ θεσμικά, ΚΕΠΠΑ (άμυνα), Γ΄ πυλώνας) διαμετρικά αντίθετες.

Οπως συμβαίνει και σε κάθε άλλη πολυμερή διαπραγμάτευση, το πέρας της συνόδου του Άμστερνταμ βρήκε τους συμμετέχοντες με ``κερδισμένα'' και ``χαμένα'' στοιχεία. Πέρα όμως από το εθνικό πρίσμα αυτής της προσέγγισης, το κρίσιμο ερώτημα που απαιτεί απάντηση παραμένει ως προς το ισοζύγιο προόδου της ίδιας της Ε.Ε. Εκεί, αν και το αποτέλεσμα υπολείπεται των αρχικών επιδιώξεων, κρίνεται, συνολικά, θετικό. Εξάλλου, πρέπει να εκτιμηθεί ώς ένα - ακόμη - στάδιο μετάβασης προς την οικονομική και πολιτική συσσωμάτωση της ΕΕ, ένα σημαντικό άνοιγμα στην ευρωπαϊκή κοινωνία.

Το μεγάλο πρόβλημα αυτής της διαπραγμάτευσης ήταν ότι είχε θέσει πολλούς στόχους, επιχειρώντας να καλύψει όλα τα κενά που είχε αφήσει η αναθεώρηση του Μάαστριχτ. Η πολυδιάσπαση αυτή της διαπραγματευτικής προσέγγισης (θέματα από την ΚΕΠΠΑ μέχρι τη καλή διαβίωση των ζώνων ή τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος) σε πιεστικά χρονικά όρια, είχε αρνητικές επιπτώσεις στο όλο αποτέλεσμα.

Η σημαντική τομή της νέας Συνθήκης επιχειρείται, τελικά, στο πεδίο του καθεστώτος και των δικαιωμάτων του ευρωπαίου πολίτη, καθώς και των θεμάτων του Γ΄ πυλώνα (συνεργασία στους τομείς της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων), συμπεριλαμβανομένης και της ενσωμάτωσης του ``κεκτημένου'' Schengen στην Ε.Ε. Ανεξάρτητα, όμως, από το σχηματισμό μιας σύνθετης μεταβλητής εφαρμογής που εγκαθιδρύεται για τα ``κοινοτικοποιημένα'' πλέον ζητήματα ασύλου, μετανάστευσης κ.λπ. και τις ρυθμίσεις του Schengen κλπ, στο λεγόμενο ``χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης'' - με την εισαγωγή μέσω πρωτοκόλλων ρυθμίσεων opting-out/in, για το Ην. Βασίλειο, την Ιρλανδία, την Δανία, η λειτουργία, σ΄ ευαίσθητους τομείς, κοινοτικού χαρακτήρα διατάξεων, με πολιτική και δικαστική παρέμβαση του Ευρ.Κοινοβουλίου και του ΔΕΚ αντίστοιχα, αποτελεί μία εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

- O γαλλογερμανικός άξονας βγήκε αναμφίβολα "χαμένος" από την Διακυβερνητική Διάσκεψη, τουλάχιστον σε μεγάλα κεφάλαιά της. Είχε θέσει ως βασική προτεραιότητα τη θεσμική αναδιάταξη Συμβουλίου και Επιτροπής, με αλλαγή της στάθμισης των ψήφων των κρατών μελών στο υπουργικό όργανο και τη μείωση του κολλεγίου της Επιτροπής. Δεν πέτυχε. Το μόνο που πέρασε από τους ``Δεκαπέντε'' είναι η πρόβλεψη μεταφοράς της συζήτησης στο μέλλον για το χρόνο της διεύρυνσης και αφού τα κράτη-μέλη διατηρούν τον επίτροπό τους. Όσον αφορά την ευελιξία που οδηγούσε στην αρχική της μορφή στη διαφοροποιημένη ολοκλήρωση τα πρώτα σχέδια και απαιτήσεις υποχώρησαν και αμβλήθηκαν. Προέκυψε το ``ανοικτό'' του συστήματος, που επιτρέπει σ΄ όλους τους ενδιαφερομένους εταίρους να συμμετάσχουν, μεταγενέστερα, εφόσον το επιθυμούν. Επίσης προβλέπεται το δικαίωμα της επίκλησης εθνικού ζωτικού συμφέροντος για αποτροπή δημιουργίας σχήματος ευελιξίας στον κοινοτικό πυλώνα, γεγονός που διαφαλίζει τα συμφέροντα κάθε κράτους-μέλους, που ενδεχομένως θα μπορούσε να βρεθεί ``αποκλεισμένο'' από συγκεκριμένη δράση μέσα στην Ε.Ε. Εξάλλου, σημαντική εξέλιξη αποτελεί, ο αποκλεισμός της ευελιξίας στην ΚΕΠΠΑ, κάτι που παραμερίζει επιδιώξεις για θεσμοποίηση επιμέρους κινήσεων ορισμένων χωρών στο διεθνές πεδίο.

Αλλά και στο πεδίο της ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας, οι γαλλογερμανικές προτάσεις για την ευρωπαϊκή ταυτότητα άμυνας και ασφάλειας και τη διαμόρφωση προωθημένων σχέσεων με τη ΔΕΕ, μπροστά στις βρετανικές αντιρρήσεις μεταλλάχθηκαν σε περιορισμένης εμβέλειας διατάξεις, χωρίς πνοή, πάση και ουσιαστική προοπτική εγκαθίδρυσης "σκληρού πυρήνα" ευρωπαϊκής άμυνας στο χώρο της ΕΕ. Η εξέλιξη αυτή και η έμμεση αποδοχή της πρωταρχίας του ΝΑΤΟ είναι ασφαλώς δυσμενής.

Ο μεγάλος κερδισμένος, από εθνική σκοπιά, υπήρξε το Ην. Βασίλειο, μόνο που τα πλεονεκτήματα που προέκυψαν στο Άμστερνταμ αποτελούν για την ευρωπαϊκή ενοποιητική πορεία μια ανάσχεση, το βάθος και οι επιπτώσεις της οποίας θα μετρηθούν με ασφάλεια στο μέλλον. Προς το παρόν, η αδιάλλακτη βρετανική θέση στα θέματα του γ΄ πυλώνα, του Schengen, της άμυνας στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ, του ρόλου του ΔΕΚ κλπ πέτυχε - για να ξεπερασθεί το αδιέξοδο - ρυθμίσεις εξαίρεσης ή συγκράτησε την ανάπτυξη σημαντικών πολιτικών σ΄ επίπεδο διακυβερνητική συνεργασίας ή περιορισμένης ολοκλήρωσης.

Η Ελλάδα βγήκε από τη Δ.Δ κερδισμένη. Και ο θετικός απολογισμός δεν προκύπτει μόνο από τις επιμέρους σημαντικές ρυθμίσεις που πέτυχε να προωθήσει στη νέα Συνθήκη (π.χ ενσωμάτωση στις αρχές της ΚΕΠΠΑ - άρθρο Ι 1) πολιτικού στόχου που πριν από ένα χρόνο φαινόταν ακατόρθωτος και που πολλοί εταίροι αντιστρατεύθηκαν - δηλαδή αναφορών στην "ακεραιότητα της Ένωσης", ``στις αρχές για τα εξωτερικά σύνορα'', στην πολιτική αλληλεγγύη των εταίρων, ενσωμάτωση στην ΚΕΠΠΑ, ως πυρήνα ``soft άμυνας'', των αποστολών τύπου Petersberg., προσθήκη στο άρθρο 130α Συνθ.ΕΚ των νησιωτικών περιοχών, καθώς και μιας Δήλωσης στην Τελική Πράξη για τα νησιά, πρωτόκολλο για παροχή δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, δήλωση για το σεβασμό από την Ε.Ε του κατά το εθνικό δίκαιο καθεστώτος των θρησκευτικών κοινοτήτων (βλ. ΄Αγιο Όρος).

Προκύπτει ακόμη από την αρνητική άσκηση της διαπραγμάτευσης, προκειμένου ν΄ αποτραπούν ρυθμίσεις που επιδίωκαν π.χ την ρήξη της θεσμικής ισοτιμίας των κρατών μελών στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, τις νέες ρυθμίσεις στο πεδίο το άρθρο 113, ανεπιθύμητες για την εμπορική ναυτιλία μας, όπως και στη διαμόρφωση αυστηρών προϋποθέσεων λειτουργίας της ευελιξίας, προκειμένου ν΄ αποτραπεί η διαφοροποιημένη ολοκλήρωση.

Προκύπτει, όμως, και από τη γενικώτερη ελληνική θετική προσέγγιση της διαπραγμάτευσης στους τομείς που προωθούν την ολοκλήρωση. Η Ελλάδα ήταν στην πλειοψηφία εκείνη που διαμόρφωσε εν πολλοίς το αποτέλεσμα στο κεφάλαιο "ο Πολίτης και η Ε.Ε", στον Γ΄ πυλώνα, στην ΚΕΠΠΑ κλπ. Μάλιστα, σ΄ ορισμένα σημεία (δικαίωματα του ανθρώπου, επέκταση του ρόλου ΔΕΚ, κοινωνική Ευρώπη, αρμοδιότητες Ευρ. Κοινοβουλίου, ζητήματα προσφύγων και μετανάστευσης, τομείς του γ΄ πυλώνα που παραμένουν στη διακυβερνητική συνεργασία, η χώρα μας διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ αρκετές φορές ρυμούλκησε κυριολεκτικά τη διαπραγμάτευση προς την α΄ ή β΄ θετική για την Ε.Ε κατεύθυνση.

Βέβαια από την διαπραγμάτευση προέκυψαν και αρνητικές εξελίξεις (και) για την Ελλάδα. Εννοώ τους τομείς εκείνους στους οποίους η χώρα μας, μ΄ άλλους εταίρους, επιδιώξε τη προώθηση πολιτικών που τελικά δεν ευτύχησαν ως προς τις επιθυμητές επιδιώξεις (π.χ ευρωπαϊκή άμυνα, πλήρης κοινοτικοποίηση -χωρίς εξαιρέσεις- της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων (προσφύγων, μεταναστών κλπ). Το οποίο αποτέλεσμα όμως δεν εξαρτάτο από την ελληνική επιχειρηματολογία και τακτική, αλλά προέκυψε ως συνισταμένη συμβιβασμού ισχυρά αντιπαρατιθέμενων απόψεων ορισμένων κρατών μελών, για το οποίο ουδαμώς η Ελλάδα ευθύνεται.

Τελικά το όλο αποτέλεσμα της ΔΔ για τη χώρα μας ήταν απόρροια μιας εξαιρετικής προετοιμασίας και ευέλικτης διαπραγματευτικής τακτικής, αξιοποίησης μεταβλητών συμμαχιών των εταίρων, θέσεων της κοινής γνώμης και του ελληνικού κοινοβουλίου. Προσήλθε στη διαπραγμάτευση με μια επεξεργασμένη ολοκληρωμένη αντίληψη για όλα τα υπό συζήτηση κεφάλαια και επιδιώκοντας σημαντικές τομές στη νέα Συνθήκη (βλ. ελληνικό υπόμνημα για μια Ευρωπαϊκή Ένωση δημοκρατική, με πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο, ενώ χαρακτηριστική ήταν η θεματολογία των ειδικών υπομνημάτων που υπέβαλε που ξεπερνούσε κατά πολύ τις εθνικές προδιαγραφές και στόχευαν στην Ευρώπη (π.χ νησιά, πολιτισμός, προστασία προσωπικών δεδομένων, νέοι και τα δικαιώματά τους κλπ). Από τη σκοπιά αυτή, τη συγκυρία της ΕΕ κι ανεξάρτητα από τις όποιες μαξιμαλιστικές προσδοκίες, το αποτέλεσμά της διαπραγμάτευσης βρίσκει την Ελλάδα ικανοποιημένη. Αυτήν τη διαπίστωση, δεν μπορεί να κλονίσει οποιαδήποτε πολιτική κορώνα, βασισμένη είτε στα υπό ευρωπαϊκό πρίσμα ``περιορισμένα θετικά βήματα'' του Άμστερνταμ, είτε στη μικροπολιτική θεώρηση ορισμένων πολιτικών κομμάτων για τάχα περιορισμένες εθνικές επιτυχίες .

Απομένει ένα κρίσιμο ερώτημα: είναι η Ε.Ε της Συνθήκης του Άμστερνταμ η Ε.Ε του 21ου αιώνα; H απάντηση γι΄ αυτό, όμως, παραπέμπεται, μάλλον για την επόμενη Διακυβερνητική Διάσκεψη.

Στέλιος ΠΕΡΡΑΚΗΣ
Αναπλ. Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου
Γενικός Γραμματέας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Υπουργείου Εξωτερικών
Εκπρόσωπος στη Διακυβερνητική Διάσκεψη