Κυριακή, 28 Νοεμβρίου 1999


ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

«Αν θέσουμε βέτο, θα φταίνε οι εταίροι μας»

Συνέντευξη:  ΣΤΗΝ ΚΥΡΑ ΑΔΑΜ

Η «μάχη των διατυπώσεων» άρχισε. Από αυτήν θα κριθεί κατά πόσον οι  «15» θα συμφωνήσουν στο Ελσίνκι σ' ένα αποδεκτό κείμενο για την υποψηφιότητα της Τουρκίας, κατά πόσον θα γίvouv δεκτοί οι ελληνικοί όροι και τελικώς αν θα αποδεχθεί η Touρκία να την «συνοδεύει» στην ευρωπαϊκή πορεία της και η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.

«Η τουρκική κυβέρνηση γνωρίζει, έχουμε ανταλλάξει απόψεις πάνω σ' αυτό, ότι δεν διαπραγματεύεται με την Ελλάδα και μόνο την υποψηφιότητά της. Και οι δύο πλευρές γνωρίζουμε ότι μία μη ικανοποιητική λύση στο Ελσίνκι και για την Ελλάδα και για την Τουρκία, οπωσδήποτε θα έχει έμμεσες επιπτώσεις και στην ελληνοτουρκική προσέγγιση. Αλλά η Ελλάδα πρέπει να διασφαλίσει τα συμφέροντά της. Πιστεύω ότι αυτό που έχουμε δείξει είναι μία πρωτοφανής, με βήματα θαρραλέα, προσπάθεια προσέγγισης με την Τουρκία, ενός διαλόγου σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος και εποικοδομητικής συνεργασίας με τους εταίρους.

»Αν αναγκαστεί η Ελλάδα να βάλει βέτο στο Ελσίνκι, θεωρούμε ότι πολύ μεγάλη ευθύνη -αν όχι τη συνολική- θα έχουν οι εταίροι μας. Πιστεύω ότι η προσπάθεια της Ελλάδας έχει αναγνωριστεί. Αν υπάρξει αρνητική εξέλιξη, τότε αυτή θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνοτουρκική προσέγγιση, αλλά πιστεύω ότι δεν θα χαθεί πλήρως η δυναμική.
 

«To Ελσίνκι δεν είναι η τελευταία ευκαιρία.
Υπάρχουν κι' άλλες προεδρίες και επομένως
υπάρχει δυνατότητα να βρούμε καλύτερη
λύση για τη σχέση Τουρκίας - Ευρώπης».

»Υπάρχουν και άλλες προεδρίες στην Ε.Ε: και επομένως και δυνατότητες να βρούμε μία καλύτερη λύση. Ελπίζω όμως ότι οι διαπραγματεύσεις τις επόμενες ημέρες θα βρουν τους εταίρους έτοιμους να συμβάλουν σε μία περαιτέρω ενίσχυση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, με τη διασφάλιση των ελληνικών συμφερόντων. Αν το καταφέρουμε τότε η ελληνοτουρκική προσέγγιση θα πάρει και διαστάσεις μέσα από την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Αναφέρω ότι και ο κ. Τζεμ έχει πει ότι αν η Τουρκία καταστεί υποψήφια χώρα, τότε μία από τις πρώτες κινήσεις που θα κάνει, θα είναι να ζητήσει τη βοήθεια της Ελλάδας για τη μεταφορά εμπειρίας της σε όλους τους τομείς της ευρωπαϊκής πορείας (οικονομικό, νομικό, διοικητικό κ.ά.). Αυτό σημαίνει μία δικτύωση της ελληνικής γραφειοκρατίας με την τουρκική, πράγμα που θα αποτελέσει ένα πιο στέρεο -υπόβαθρο για τις μελλοντικές καλές γειτονικές σχέσεις... ».

«Εμείς δεν έχουμε δώσει την τελική συγκατάθεσή μας και ούτε θα τη δώσουμε μέχρις ότου διασφαλιστούν τα ζωτικά συμφέροντά μας και κατοχυρωθεί ότι η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας θα είναι προς όφελος και της Ε.Ε. και της Ελλάδας και της Κύπρου, και βεβαίως της Τουρκίας. Έχουμε σαφώς αναλύσει τις θέσεις μας στους εταίρους, ξέρουν τις θέσεις μας και όπως αναμένουν τη δική μας απάντηση, έτσι και εμείς αναμένουμε την τελική ανταπόκρισή τους». «Η γενική παρατήρηση είναι ότι , εμείς θεωρούμε πως η υποψηφιότητα της Τουρκίας τής δίνει την ευκαιρία να μπει "σε μια τροχιά νομιμότητας", όπως λεει ο πρόεδρος Κ. Στεφανόπουλος. Δηλαδή, να διαμορφώσουμε το απαραίτητο πλαίσιο που θα συμβάλει στη βήμα-βήμα προσέγγιση της Τουρκίας στη νομιμότητα και σης εσωτερικές υποθέσεις (π.χ. καταδίκη Οτσαλάν) και στη διεθνή σκακιέρα.

»Εμείς έχουμε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ευρωπαϊκή προσέγγιση της Τουρκίας. Παραλλήλως, όμως, έχουμε-και συγκεκριμένα θέματα που θέλουμε να ικανοποιηθούν, όπως οι καλές γειτονικές σχέσεις. Για μας είναι θέμα τρόπου, φιλοσοφίας -αντιμετώπισης των διμερών σχέσεων μέσα σ' ένα πλαίσίο δικαίου, ειρηνικής επίλυσης των διαφορών, αξιοποίησης του Δικαστηρίου της Χάγης.

»Η Κύπρος είναι για μας βασικό θέμα, είναι και παραμένει η μεγάλη προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ήδη υπάρχει το κοινοτικό κεκτημένο ότι η Κύπρος επηρεάζει τις σχέσεις Ε.Ε. Τουρκίας. Αυτό πρέπει εκ νέου να αποτυπωθεί στα συμπεράσματα.
Αλλά εμείς δίνουμε τώρα μια συνολική μάχη -ίσως την πιο σκληρή- να ενισχυθεί η ενταξιακή πορεία της Κύπρου. Και σ' αυτήν θα επιμείνουμε.

»Βεβαίως υπάρχει ενδιαφέρον  και από άλλες χώρες, π.χ. τη Σουηδία, yια τα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εσωτερικής δημοκρατίας, τα οποία θα επηρεάσουν μακροπρόθεσμα τις εξωτερικές σχέσεις της Τουρκίας... Αυτά είναι τα μέτωπα. Η αρχιτεκτονική του κειμένου των Συμπερασμάτων μπορεί να αλλάξει πολλαπλώς μέχρις ότου καταστεί ικανοποιητική για τα συμφέροντά μας. Αυτό είναι ένα από τα διαπραγματευτικά μας περιθώρια. Αλλά οι ελληνικοί όροι και αρχές πρέπει να εμφανιστούν στις τελικές, δεσμευτικές προτάσεις».

«Αυτό θα το διαπιστώσουμε», λεει ο κ. Παπανδρέου. «Είναι γεγονός όμως ότι με όλους τους τρόπους και οι εταίροι και οι σύμμαχοί μας, όπως οι ΗΠΑ, έχουν πλέον αναγνωρίσει τη σύνδεση της πορείας της Τουρκίας στην Ευρώπη με τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών και την επίλυση του Κυπριακού. Άρα λοιπόν η Τουρκία γνωρίζει από τώρα ότι το θέμα αυτό αποτελεί κοινοτικό κεκτημένο.

»Το Κυπριακό θα το βρουν μπροστά τους, το έχουν μπροστά τους. Είναι πολύ περίεργο η Τουρκία να ζητά να είναι μέλος της Ε.Ε., η μεγάλη πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων να θέλουν την Ε.Ε. και η Τουρκία να θεωρεί ότι η Κύπρος δεν μπορεί να γίνει μέλος. Το Κυπριακό, όμως, είναι ευρωπαϊκή υπόθεση, πλέον».

«Πιστεύω ότι στο κυβερνητικό επίπεδο υπάρχει απόλυτη ταύτιση όλων των συναδέλφων με την τακτική που ακολουθείται αυτή τη στιγμή. Είναι μία συνολική απόφαση, υπάρχει μια ευρύτερη συναίνεση.

»Όμως, μέσα στο κόμμα εκκρεμεί μια πολύ μεγάλη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική. Οι εξελίξεις το τελευταίο διάστημα ήταν ραγδαίες. Η υπόθεση Οτσαλάν και πως ήταν τότε οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, το Κόσοβο και πώς δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι οι δύο χώρες πρέπει να "τα βρουν" στην περιοχή τους, η επαναπροσέγγιση της Τουρκίας στην Ε.Ε. μετά τις αποφάσεις που πήρε στη Σύνοδο του Λουξεμβούργου, όλα αυτά δημιουργούν την ανάγκη μιας μεγάλης συζήτησης μέσα στο κόμμα. Για να μπορέσουμε να αναλύσουμε τις νέες δυνατότητες και προοπτικές της χώρας μας, το πώς μεταφράζονται σήμερα, μέσα στις συνθήκες που αλλάζουν, οι πολιτικές του Α. Παπανδρέου από το 1997».

«Είμαι πάντα έτοιμος για συζήτηση επί των εξωτερικών θεμάτων, και το έχω κάνει με το Θ. Πάγκαλο, τούς πρώην ΥΠΕΞ, τους αρχηγούς των κομμάτων. Όχι, δεν είδα ουσιαστική πολιτική διαφωνία στις θέσεις του Θ. Πάγκαλού. Στις δηλώσεις του πάλι δεν είδα ουσιαστική πολιτική διαφωνία.

»Οι αιτιάσεις του είναι σε προσωπικό επίπεδο, έχουν έναν συναισθηματισμό -ίσως κατανοητό- αλλά στη βάση τους δεν αποτελούν μία άλλη πρόταση ή αντιπρόταση».