Συνέντευξη του Υπουργού Εξωτερικών κ. Γ. Α. Παπανδρέου στην «ΑΥΓΗ» (29.8.1999).

Η ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΚΗ κρίση και οι σεισμοί στην Τουρκία, φαίνεται ότι δημιούργησαν στα ελληνοτουρκικά μια νέα κατάσταση. Καταρχάς συμφωνείτε μ' αυτή την εντύπωση και στη συνέχεια, πώς σκέφτεστε να αφομοιωθεί πολιτικά αυτό το καλό κλίμα;

- Η διαπίστωσή σας είναι σωστή. Πράγματι, οι αντιδράσεις των Ελλήνων τον τελευταίο μήνα ιδιαίτερα είχαν το στοιχείο μιας θεαματικής, εντυπωσιακής και αποκαλυπτικής διάθεσης προσφοράς για την αντιμετώπιση του ανθρώπινου δράματος που εκτυλίχθηκε στην Τουρκία. Αυτό ήταν ένα μήνυμα προς τις ηγεσίες και των δύο χωρών, που έπρεπε να αξιολογηθεί και να ληφθεί υπόψη. Σκεφθήκαμε λοιπόν ότι θα 'πρεπε, αυτό το απόθεμα φιλίας που φαίνεται ότι υπήρχε και ανεδείχθη με την αφορμή της ανθρώπινης τραγωδίας, να λάβει σάρκα και οστά μέσα από μια ελληνική πρωτοβουλία. Πέραν λοιπόν της διμερούς βοήθειας που παρεσχέθη με γενναιοδωρία από την Πολιτεία αλλά και όλους τους κοινωνικούς και ιδιωτικούς φορείς, ακόμη και τους απλούς πολίτες ή τον ελληνισμό της διασποράς, η κυβέρνηση έκρινε σκόπιμο να παρέμβει στους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα υποβάλουμε πρόταση για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Θέλουμε να βοηθήσουμε την Τουρκία. Η πρωτοβουλία μας αυτή έχει δύο στόχους: αφενός να συνδράμουμε στο ανθρωπιστικό πεδίο αλλά επίσης και να συμβάλλουμε -σ' αυτήν ειδικά τη συγκυρία- στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας.

- Και αυτή η πρόταση τι θα περιλαμβάνει;

- Η επεξεργασία της βρίσκεται εν εξελίξει, ενώ την προσεχή εβδομάδα, μετά από τηλεφωνική συνεννόηση με την τουρκική πρεσβεία της Αθήνας, θα μεταβεί στην Τουρκία ομάδα Ελλήνων εμπειρογνωμόνων, για να εξετάσει και να καταγράψει τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία, έτσι ώστε στο άτυπο συμβούλιο υπουργών στις 4/9 να μπορέσω να αναπτύξω την πρωτοβουλία μας.

- Που θα αναφέρεται προφανώς στη διατύπωση ενός νέου Κανονισμού;

- Πολύ πιθανόν.

- Η υιοθέτηση του οποίου θα περνά από τη διαδικασία της ομοφωνίας;

- Αυτό θα θέλαμε. Στην προηγούμενη φάση, η Κομισιόν είχε επιχειρήσει με τεχνάσματα να ξεπεράσει την ομοφωνία, γεγονός που θα δημιουργούσε κακό προηγούμενο όχι μόνο για τη χώρα μας αλλά για όλες τις χώρες-μέλη της Ένωσης. Τώρα λοιπόν λαμβάνουμε τούτη την πρωτοβουλία για να προκαταλάβουμε τις εξελίξεις, έτσι ώστε να εξυπακούεται ότι θα 'ναι θετική η ψήφος μας.

- Ο Κανονισμός αυτός όμως θα προβλέπει τη χορήγησn ορισμένων κονδυλίων κι επειδή ο κοινοτικός προϋπολογισμός είναι συγκεκριμένος, υποθέτω ότι τα ποσά αυτά θα αναζητηθούν (εν μέρει ή εν συνόλω) από τα λιμνάζοντα, η απελευθέρωση των οποίων έχει «παγώσει» με το ελληνικό βέτο. Επ' αυτού λοιπόν, σημαντική μερίδα της πολιτικής ηγεσίας τάσσεται θετικά και θα 'θελα να σας ρωτήσω, αν αυτή η εξέλιξη ήταν για σας αναμενόμενη ή αναπάντεχη;

- Οι διαστάσεις αυτής της θεομηνίας, νομίζω πως διαμόρφωσαν μια νέα ψυχολογία, εκδήλωσαν ένα φιλότιμο και μια ηθική υποχρέωση. Με τις αντιδράσεις της εξάλλου η κοινωνία πιστεύω ότι απηύθυνε ένα μήνυμα, που η πολιτική ηγεσία εισέπραξε και μεταβόλισε σε πολιτικό λόγο. Εξάλλου τούτα τα κοινοτικά κονδύλια θα αναφέρονται σε έργα υποδομής, μέγα μέρος της οποίας επλήγη από τους σεισμούς. Με την ευκαιρία της ερώτησής σας θα 'θελα ακόμη να πω, πως παρακινηθήκαμε σε τούτη την πρωτοβουλία για να ανασκευάσουμε την προκατάληψη -που έχει καλλιεργηθεί ιδιαίτερα στο εξωτερικό- πως οι Έλληνες και οι Τούρκοι δεν μπορούν να ζήσουν πλάι-πλάι. Η κατάρρευση λοιπόν αυτού του μύθου, θα διευκολύνει την αξιοπιστία μας στην υπεράσπιση των θέσεών μας που αναφέρονται σε πραγματικά και υπαρκτά προβλήματα. Όταν λοιπόν εγείρουμε θέμα Κυπριακού, δεν θα μπορούν πια οι ξένοι συνάδελφοι να αποδώσουν στην Ελλάδα την προκατάληψή της εναντίον της Τουρκίας, πόσω μάλλον όταν το γραφείο μου κατακλύζεται καθημερινά από Ε-mail και γράμματα τούρκων αποστολέων γεμάτα από ευχαριστίες, αγάπη και αφοσίωση στις προσπάθειες βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Πρόκειται λοιπόν για μια ιστορική ευκαιρία, που διευκολύνει τις δύο χώρες να ξαναχτίσουν τις σχέσεις τους και αν παρέλθει άπρακτη θάμαστε πια υπεύθυνοι της μοίρας μας...

- Υπό το κλίμα της «ιστορικής ευκαιρίας» λοιπόν, επαναλαμβάνεται στις 9 Σεπτεμβρίου ο διμερής διάλογος

- Να σας διακόψω. Αυτός o διάλογος όπως ξέρετε ξεκίνησε τον Ιούλιο πάνω σε έξι θεματικές ενότητες. Οι συνομιλίες αυτές, διερευνητικού χαρακτήρα, διεξήχθησαν σε ένα θετικό κλίμα και διαπιστώθηκε ή βούληση των δύο πλευρών να προωθήσουν τη συνεργασία τους σε συγκεκριμένους τομείς δράσης. Πρόσφατα πρότεινα την προσθήκη στις συνομιλίες και του θέματος συνεργασίας των δύο χωρών για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Οι συνομιλίες επαναλαμβάνονται όπως είπατε τον Σεπτέμβριο. Αυτό που θέλω να πω όμως, σε σχέση με τον διάλογο, είναι ότι πρόθεσή μας είναι η εμπλοκή σ' αυτόν -σε όλο το φάσμα του- φορέων της ευρύτερης κοινωνίας, θέλουμε την ενεργοποίηση της διπλωματίας των πολιτών μέσω των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, των φορέων Τοπικής Αυτοδιοίκησης, του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, των πανεπιστημίων. Στο πολιτικό επίπεδο εμείς αναπτύσσουμε κάποιους δρόμους και τώρα είναι νομίζω προς το συμφέρον και των δύο χωρών η ανάπτυξη των σχέσεων ανάμεσα στους κατεξοχήν αρμόδιους. Οι πρόσφατοι σεισμοί και η ανάπτύξη του αισθήματος αλληλεγγύης, απέδειξαν ότι στο επίπεδο της κοινωνίας αναπτύσσονται δυναμικές συνεργασίας, πρωτόγνωρες μέχρι τώρα. Αυτό το κεφάλαιο πρέπει να το αξιοποιήσουμε. Και είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε τις προτάσεις των ίδιων των φορέων των πολιτών, που πολλές φορές πρωτοστατούν και καθοδηγούν με τις πρωτοβουλίες τους, τις δικές μας σκέψεις στο υπουργείο.

- Επανέρχομαι λοιπόν στο ερώτημα, ο διμερής διάλογος σε υπηρεσιακό επίπεδο επαναλαμβάνεται, η Αθήνα υποβάλλει πρόταση για την κοινοτική χρηματοδότηση της Τουρκίας προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ζημιές των σεισμών, το επόμενο βήμα ποιο μπορεί νάναι; Μπορεί νάναι μια ελληνική πρόταση για την ευρωπαϊκή ένταξη της Τουρκίας;

-Καταρχάς η Ελλάδα ανταποκρίνεται με ανιδιοτέλεια στην τεράστια ανθρώπινη τραγωδία. Και αυτό το κάνουμε χωρίς όρους και προϋποθέσεις, με καθαρή και ειλικρινή διάθεση προσφοράς. Από κει και πέρα, έχουμε τονίσει ότι τα προβλήματα δεν έχουν λυθεί. Είναι υπαρκτά και οι θέσεις μας παραμένουν σε ισχύ. Αυτό όμως που συνειδητοποιήσαμε είναι ότι υπήρχε μεγάλη σύγχυση για τις πραγματικές διαθέσεις της χώρας μας, τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας μας στην τουρκική κοινή γνώμη αλλά και σε πολλά κέντρα αποφάσεων. Η αυθόρμητη αλληλεγγύη του ελληνικού λαού και η υποστήριξη της ελληνικής πολιτείας άνοιξε μιαν εποχή ειλικρινούς συνεννόησης όπου χωρίς προκαταλήψεις μπορούμε να ενημερώσουμε τους Τούρκους για τις πραγματικές ελληνικές θέσεις. Αυτή η διαδικασία αλληλοενημέρωσης μπορεί να αποβεί μακροπρόθεσμα καθοριστική στην αλλαγή κλίματος. Τονίζω όμως πως προϋπόθεση είναι να υπάρξει η πολιτική βούληση και από τις δύο πλευρές, για την αναζήτηση του κοινού συμφέροντος και όχι ανταγωνιστικών διεκδικήσων.

Ως προς το θέμα της τουρκικής υποψηφιότητας που με ρωτάτε, θάθελα να τονίσω ότι αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με την πρωτοβουλία που αναλάβαμε για την αντιμετώπιση των σεισμών. Πρόκειται για ένα άλλο, διαφορετικό και μη συσχετιζόμενο θέμα, το οποίο οι 15 θα συζητήσουμε στο Ελσίνκι αλλά και στο προσεχές συμβούλιο υπουργών. Η Ελλάδα δεν έχει επί της αρχής αντίρρηση στην τουρκική υποψηφιότητα αλλά υπενθυμίζει, ότι υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις που θα πρέπει η Τουρκία να ικανοποιήσει στον «χάρτη διαδρομής» της προς την Ευρωπcκίκή Ένωση. Αν τα διαπιστευτήρια που δώσει η Τουρκία είναι πειστικά, η Ελλάδα θα 'ναι θετική στην κρίση της, ειδάλλως η ψήφος μας θα 'ναι αρνητική.

- Στο καλό κλίμα, που περιγράψατε. προηγουμένως, δεν θα μπορούσατε να συζητήσετε τούτο το θέμα απευθείας με την Τουρκία, πριν τεθεί το ζήτημα στις συνόδους της Ένωσης;

- Αυτή είναι μια ρηξικέλευθη σκέψη. Προσωπικά δεν θάχα καμιά αντίρρηση, εφόσον δεν υπάρχει αντίρρηση και από την άλλη πλευρά. Και με την ευκαιρία θάθελα να σας υπενθυμίσω, ότι τον περασμένο Ιούνιο, πριν από τη σύνοδο Κορυφής της Κολωνίας, είχα ζητήσει. από τον πρέσβη μας στην Άγκυρα να ενημερώσει τις τουρκικές αρχές για τις θέσεις της Ελλάδας στο ζήτημα της διεύρύνσης και ειδικότερα για το θέμα της τουρκικής υποψηφιότητας και να παρουσιάσει τα επιχειρήματά μας απευθείας και χωρίς καμία διαμεσολάβηση. Πιστεύω ότι είναι μια χρήσιμη διαδικασία για να αποτρέπονται ηθελημένες ή αθέλητες παρανοήσεις, ως προς το τι πραγματικά πρεσβεύει η χώρα μας.

- Κύριε υπουργέ, αν μου επιτρέπετε, θάλεγα ότι σας βλέπω κάπως ανακόλουθο. Μιλήσατε. πριν για μια «ιστορική ευκαιρία», ωστόσο στο θέμα της τουρκικής υποψηφιότητας εξακολουθείτε να βλέπετε «το ποτήρι μισοάδειο» όπως και ο προκάτοχός σας - δεν θα μπορούσατε να το δείτε «μισογεμάτο»;

- Μα, η προσέγγισή μας είναι θετική και πιστεύω πως οι περισσότεροι έχουμε πλέον συνειδητοποιήσει ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να αποδοθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση η ευθύνη μιας συστηματικής παρακολούθησης, ελέγχου και αξιολόγησης της Τουρκίας. Μην υποτιμάτε όμως το γεγονός ότι δεν αρκεί η δική μας - ή η ευρωπαϊκή βούληση - η κύρια προϋπόθεση αυτής της εξέλιξης έχει να κάνει με τη βούληση της πολιτικής ηγεσίας της ίδιας της Τουρκίας. Ως εκ τούτου, θάλεγα πως είναι πρόωρο σήμερα να προβλέψουμε την εξέλιξη αυτής της υπόθεσης, όμως είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα πρέπει να διαδραματίσει έναν πρωτοποριακό ρόλο για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, που δεν τίθεται σήμερα με τους όρους μιας θεωρητικής αναζήτησης.

- Έστω λοιπόν ότι στο Ελσίνκι η Τουρκία ονομάζεται «υποψήφια» χώρα και άρα χρηματοδοτείται με την «προενταξιακή βοήθεια». Κατά τη γνώμη σας αυτό θα απαιτήσει αναμόρφωση της «ατζέντας 2000» ή ανακατανομή των υπαρχόντων πόρων;

- Είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Η «ατζέντα 2000» υιοθετήθηκε έπειτα από μακρές και σκληρές διαπραγματεύσεις, στηρίζεται σε πολύ λεπτές ισορροπίες και άρα νομίζω πως θάναι πολύ δύσκολο να αποφασίσουμε την αναμόρφωσή της. Στο υποθετικό ερώτημα που θέσατε επομένως, νομίζω πως θα συνυπολογισθούν τα κονδύλια που αναφέρονται στην «ευρωπαϊκή στρατηγική για την Τουρκία», ενώ θα τεθεί προς συζήτηση το αν θα απαιτηθούν και πρόσθετα. Σε κάθε περίπτωση, η χρηματοδότηση θα συναρτηθεί με τον «χάρτη διαδρομής» της Τουρκίας και την ανταπόκρισή της στα προβλεπόμενα.

- Τι εννοείτε με τον όρο «προβλεπόμενα»;

- Την ανταπόκριση της Τουρκίας στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές -στα κριτήρια της Κοπεγχάγης όπως ονομάζονται- για τα ανθρώπινα δικαιώματα π.χ. ή για την τήρηση των αρχών της καλής γειτονίας.

- Κατά την κοινοτική λογική όμως, η ανταπόκριση σ' αυτά τα θέματα, αποτελεί όρο ένταξης και όχι προϋπόθεση για να χρισθεί μια χώρα «υποψήφια» - έτσι δεν είναι;

- Συμφωνώ. Εμείς λέμε ότι στην προενταξιακή πορεία της η Τουρκία θα πρέπει να ανταποκρίνεται σ' αυτούς τους όρούς- δεν λέμε κάτι διαφορετικό. Όπως στην περίπτωση της Σλοβακίας, προ καιρού τέθηκε (με διαφορετικές βέβαια παραμέτρους) το ζήτημα καθυστέρησης στην έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων λόγω του προβλήματος που είχε με την ουγγρική της μειονότητα αλλά και λόγω του ελλείμματος που παρουσιάζει στον τομέα των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, ανάλογες αρχές λέμε ότι θα πρέπει να ισχύσουν και για την περίπτωση της Τουρκίας. Δεν μπορούν να υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά.

- Για να επανέλθουμε στην τρέχουσα επικαιρότητα, δεδομένων των επιπτώσεων σεισμού (που θα επιβάλουν στην Άγκυρα μία ανακατανομή των εθνικών της πόρων) και δεδομένης της αλλαγής του ευρύτερου γεωπολιτικού πλαισίου -λόγω της εξομάλυνσης του Μεσανατολικού, της σταδιακής προσέγγισης Συρίας-Ισραήλ, της παύσης των επιχειρήσεων κατά των Κούρδων - τι απαντάτε στην πρόταση του Ν. Κωνσταντόπουλου, που ζήτησε την αμοιβαία δέσμευση στην κατεύθυνση μιας μείωσης των εξοπλισμών;

- Είναι θετική η πρόταση του κ. Κωνσταντόπουλου με την έννοια της προοπτικής, αφού είναι αναμφίβολο πως ένθεν κακείθεν είναι ασύμφορος ο εξοπλιστικός ανταγωνισμός. Η πρόταση αυτή όμως μπορεί να συζητηθεί, εφόσον υπάρξουν συγκεκριμένες και πραγματικές εξελίξεις στην Κύπρο και το Αιγαίο. Η σκέψη που διατύπωσε ο κ. Κωνσταντόπουλος είναι πάντως οραματική και θα θέλαμε να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να υλοποιηθεί. Βέβαια η αποστρατικοποίηση της Κύπρου υπάρχει ήδη στο τραπέζι ως ρεαλιστική πρόταση.

- Για να επανέλθουμε στη γιουγκοσλαβική κρίση, θάθελα να σας ρωτήσω αν υπάρχούν κάποιες εξελίξεις γύρω από τη συγκρότηση τον Συμφώνου Σταθερότητας;

- Είναι η αλήθεια ότι ή επικαιρότητα απειλεί με μετάθεση του διεθνούς ενδιαφέροντος από τα Βαλκάνια. Αυτή ήταν και η ανησυχία της Ελλάδας, η οποία στη διάρκεια του πολέμου επέμενε στην ανάγκη ανάληψης δεσμεύσεων - ξέραμε ότι έπρεπε να αξιοποιηθεί η συγκυρία της διεθνούς δημοσιότητας και σήμερα βλέπουμε ότι είχαμε σωστά εκτιμήσει την κατάσταση. Τώρα λοιπόν είμαστε στη φάση καταγραφής του σχεδιασμού και των μελετών που αναφέρονται, στην επιχείρηση ανασυγκρότησης. Εντός του Σεπτεμβρίου αναμένουμε να έχει ληφθεί η απόφαση για την εγκατάσταση της έδρας στη Θεσ/νίκη, εντός των ημερών θα επισκεφθούμε με τον κ. Χόμπαχ τη Θεσ/νίκη για να εξετάσουμε ακριβώς τους πιθανούς χώρούς εγκατάστασης και, αντιμετωπίζουμε με αισιοδοξία την οικονομική δυναμική που προβλέπουμε να αναπτυχθεί στην ευρύτερη περιοχή της συμπρωτεύουσας. Είναι ενδεικτικό ότι προ ημερών, σε συνάντηση που είχα με τον Τσέχο συνάδελφό μου, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε τη διμερή πρωτοβουλία που αναπτύξαμε στη διάρκεια του πολέμου, με αντικείμενο πλέον την ανασυγκρότηση και έδρα τη Θεσ/νίκη.

- Το Σύμφωνο Σταθερότητας θα αναπτύξει τις ενότητες της ασφάλειας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκδημοκρατισμού και οικονομικής ανασυγκρότησης και οι πληροφορίες αναφέρουν ότι σκέφτεστε να προτείνετε στις δύο αντίστοιχες επιτροπές τις υποψηφιότητες των κ.κ. Π. Ρουμελιώτη και Τ. Χριστοδούλου. Θάθελα λοιπόν να σας ρωτήσω αν οι επιτροπές αυτές βρίσκονται σήμερα υπό συγκρότηση και, αν ισχύουν τα ονόματα πού ανέφερα;

- Πράγματι έχουμε καταρτίσει έναν κατάλογο ελληνικών υποψηφιοτήτων και τα ονόματα που αναφέρατε τα έχουμε συμπεριλάβει. Ακόμη όμως δεν έχει ξεκινήσει η διαδικασία συγκρότησης των επιτροπών, βρισκόμαστε στο πολύ αρχικό στάδιο και θάχουμε μπροστά μας μακρά περίοδο διαπραγμάτευσης.

- Δύο τελευταίες ερωτήσεις κ. υπουργέ: μετά από τις δηλώσεις που κάνατε για το θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας, θα 'θελα να σας ρωτήσω αν πρόκειται να φέρετε άμεσα στη Βουλή προς ψήφιση τη σύμβαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για το θέμα των μειονοτήτων;

- Καταρχάς θα 'θελα να πω, ότι αντιλαμβάνομαι πως στη χώρα μας υπάρχει μία ιδιαίτερη ευαισθησία επί του θέματος κι ένα αίσθημα «ανασφάλειας» θα 'λεγα εξαιτίας και του Κυπριακού -κατανοώ λοιπόν τις αρνητικές αντιδράσεις στις δηλώσεις μου. Υπήρξαν όμως και θετικές αντιδράσεις, που ήταν νηφάλιες και τεκμηριωμένες -το θέμα λοιπόν άνοιξε στον δημόσιο διάλογο της ελληνικής κοινωνίας, έπρεπε να ανοίξει γιατί με το ίδιο θέμα θα ασχοληθεί όπως είπατε και το Σύμφωνο Σταθερότητας Ν.Α. Ευρώπης κι εκεί βρισκόμαστε τώρα. Ως προς το ερώτημά σας συνεπώς, νομίζω πως προέχει η διαμόρφωση ενός συναινετικού κλίματος και προς τούτο θα έχω επαφές με τις ηγεσίες των κομμάτων -διότι η σχετική ψηφοφορία νομίζω πως θα πρέπει να συγκεντρώσει την ευρύτερη δυνατή πλειοψηφία - και θα 'θελα η διαδικασία να ολοκληρωθεί όσο γίνεται πιο σύντομα.

Με την ευκαιρία αυτή επιτρέψτε μου να διατυπώσω και μια άλλη ιδέα. Μέχρι σήμερα, τα θέματα που σχετίζονται με τη μειονότητα ανήκουν στην αρμοδιότητα του υπουργείου Εξωτερικών. Αντιμετωπίζουμε δηλαδή τη μειονότητα ως θέμα εξωτερικής πολιτικής. Βεβαίως υπάρχει και η εξωτερική διάσταση, με την έννοια του σεβασμού της Διεθνούς Συνθήκης της Λωζάννης και το υπουργείο μας οφείλει να ελέγχει, στη βάση της αμοιβαιότητας των υποχρεώσεων που απορρέουν απ' τη συνθήκη, τον αμοιβαίο σεβασμό στην τήρηση των συμβατικών διατάξεων. Όμως, οι πολίτες που ανήκουν στη μειονότητα είναι Έλληνες πολίτες που απολαμβάνουν ισονομίας και ισοπολιτείας. Δεν είναι ξένοι υπήκοοι που έχουν εγκατασταθεί στη χώρα μας. Το θέμα της μειονότητας λοιπόν πρέπει να ειδωθεί μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της ανάπτυξης της περιοχής της Θράκης και της ευημερίας ολόκληρου του πληθυσμού της, ανεξάρτητα από το αν είναι χριστιανοί ή μουσουλμάνοι. Πιστεύω επομένως, ότι τα θέματα που σχετίζονται με τη μειονότητα πρέπει να μεταφερθούν στην αρμοδιότητα του υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο θα έχει και τον συντονιστικό ρόλο.

- Και αυτή την ενδιαφέρουσα ιδέα την έχετε συζητήσει σε κυβερνητικό επίπεδο;

- Έχω συζητήσει το θέμα με τη συνάδελφό μου κ. Βάσω Παπανδρέου και συμφωνούμε απόλυτα σ' αυτή την προσέγγιση.

- Σκέφτεστε να αναγνωρίσετε την ύπαρξη εθνικών μειονοτήτων;

- Οι διεθνείς δεσμεύσεις εναποθέτουν στη διακριτική ευχέρεια των κρατών που έχουν υπογράψει τις σχετικές συμφωνίες την αναγνώριση των εθνικών μειονοτήτων. Σαφώς όμως οι διεθνείς συμβάσεις μας υποχρεώνουν, όπως έχει τονίσει ο κ. Βαν Ντερ Στούλ στις παρεμβάσεις του, να αναγνωρίσουμε το ατομικό δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού πράγμα που δεν συσχετίζεται όμως με την έννοια της αυτοδιάθεσης-της αλλαγής δηλαδή των συνόρων.

- Και ως προς το Κυπριακό, υπάρχει η εντύπωση ότι λόγω της γιουγκοσλαβικής κρίσης και κυρίως λόγω των σεισμών στην Τουρκία, η διεθνής κινητικότητα για την επανέναρξη του διακοινοτικού διαλόγου έχει ανασταλεί. Συμμερίζεστε αυτή την εντύπωση;

- Όχι, μολονότι είμαστε πάντα επιφυλακτικοί ως προς τη συστηματικότητα της διεθνούς παρέμβασης, πιστεύω ότι η συγκεκριμένη πρωτοβουλία δεν έχει ανασταλεί. Αντίθετα, νομίζω ότι στην παρούσα συγκυρία παρουσιάζεται μία μεγαλύτερη συστηματικότητα της διεθνούς κοινότητας κι ελπίζω ότι θα υπάρξει ανταπόκριση από την Τουρκία.