Ο ρόλος των ξένων δυνάμεων

Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, σημαδεύτηκε όχι μόνο για τις αγριότητες που διαπράχθηκαν στη διάρκειά του από τις αντιμαχόμενες πλευρές, τις τεράστιες οικονομικές και υλικές καταστροφές, τις βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών και τους ποταμούς αίματος χιλιάδων αθώων πολιτών, αλλά επίσης και για την απροσχημάτιστη επέμβαση των ξένων δυνάμεων στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Γεγονός που έκανε πολλούς μελετητές να θεωρήσουν την ξένη επέμβαση στην Ελλάδα, σαν το γήπεδο για την δοκιμή του ψυχρού πολέμου ανάμεσα στις υπερδυνάμεις της εποχής.

Είναι λίγο-πολύ γνωστός ο ρόλος της Βρετανίας αρχικά και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στη συνέχεια, στα όσα διαδραματίσθηκαν σε αυτή τη χώρα την ταραγμένη εξαετία 1944-1949, ιδιαίτερα το πρώτο διάστημα μετά την απελευθέρωση από τη ναζιστική κατοχή. Έχει καταγραφεί με όλες του τις λεπτομέρειες το έντονο "ενδιαφέρον" τους για τη διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση. Δεδομένου ότι υπολόγιζαν πως με τον τρόπο αυτό, θα κατοχυρώνονταν η δική τους παρουσία και ο ρόλος του "προστάτη" που ήθελαν να επιβάλουν. Και αν το καλοσκεφτούμε, τα όσα διαδραματίστηκαν πρόσφατα -και εξακολουθούν δυστυχώς να διαδραματίζονται - στο Κοσσυφοπέδιο, αποτελούν κακέκτυπο αντίγραφο των όσων συνέβησαν στην Ελλάδα την περίοδο 1944-1949. Η μόνη διαφορά είναι ότι τότε είχαμε μία εμφύλια σύρραξη, ενώ τώρα μία σύγκρουση δύο εθνοτήτων.

Ο Τζορτζ Μάρσαλ
Στις 21 Φεβρουαρίου 1947, ο Βρετανός πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον, ενημέρωνε τον λευκό Οίκο ότι λόγω της οικονομικής κρίσης που μάστιζε τη χώρα του, θα σταματούσε μετά τις 31 Μαρτίου η βρετανική βοήθεια προς την Ελλάδα. Επί πολλές ημέρες η αμερικανική κυβέρνηση εξέταζε τα υπέρ και τα κατά μιάς έντονης παρουσίας της στα Βαλκάνια και στις 12 Μαρτίου 1947, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρυ Τρούμαν, εξήγγειλε σε δημόσιο λόγο του το γνωστό "Δόγμα Τρούμαν", με βάση το οποίο χορηγούνταν 341 εκατ. δολάρια ως στρατιωτική και οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα και 59 εκατ. δολάρια προς την Τουρκία.

Με την κίνηση αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες όχι μόνο κατελάμβαναν τη θέση της Βρετανίας σε μία εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας περιοχή του κόσμου, αλλά επίσης έθεταν τις βάσεις για την ανάληψη μιας παγκόσμιας ιδεολογικής σταυροφορίας κατά του κομμουνισμού.

Στις 6 Ιανουαρίου 1948, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, υιοθέτησε μία απόρρητη έκθεση με τίτλο "Η θέση των ΗΠΑ σε σχέση με το ελληνικό ζήτημα", που διαπίστωνε ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είχαν αποτύχει στην προσπάθειά τους να εξοντώσουν τις κομμουνιστικές δυνάμεις, επιδεικνύοντας "έλλειψη επιθετικού πνεύματος και κακή καθοδήγηση". Συμβούλευαν δε τον πρόεδρο.

Τρούμαν ότι οι ΗΠΑ θα έπρεπε να είναι έτοιμες για την αποστολή στρατευμάτων στην Ελλάδα και την αύξηση της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής τους βοήθειας προς την ελληνική κυβέρνηση.

O ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης

Στις 28 Οκτωβρίου 1946, πραγματοποιείται στην Τσούκα των Αντιχασίων σύσκεψη των αρχηγών διάφορων αντάρτικων ομάδων, που έχουν γίνει καταφύγιο των καταδιωκόμενων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, προκειμένου να υπάρξει συντονισμός και ενιαία καθοδήγηση των ομάδων αυτών. Το ίδιο ακριβώς θέμα, είχε συζητηθεί σε μια ακόμη σύσκεψη των καπεταναίων, που πραγματοποιήθηκε μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 21 Οκτωβρίου, στην Ανθρακιά Γρεβενών.

Σ' αυτή τη δεύτερη σύσκεψη, στην οποία πήραν μέρος οι καπετάνιοι Μάρκος, Κίσσαβος (καπετάνιος της Θεσσαλικής I μεραρχίας του ΕΛΑΣ στο τέλος της κατοχής), Κικίτσας (καπετάνιος Πιερίων από την αρχή του κατοχικού αντάρτικου) και Λασσάνης (πολιτικός της 10ης μεραρχίας του ΕΛΑΣ), αποφασίζεται η συγκρότηση του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών, με επικεφαλής τον Μάρκο Βαφειάδη. Η απόφαση αυτή θέτει ουσιαστικά τις βάσεις, για τη δημιουργία του "Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας" και την έναρξη του λεγόμενου "δεύτερου αντάρτικου".

Όμως, όπως και στη μετά το ματωμένο Δεκέμβρη του 1944 περίοδο, η διολίσθηση προς τον εμφύλιο πόλεμο δεν ήταν αναπότρεπτη και μπορούσε να αποφευχθεί. ΄Οπως σημειώνει ο Γρηγόρης Φαράκος, "το πρώτο και κύριο μέλημα για όλες τις πολιτικές δυνάμεις έπρεπε να είναι, ιδιαίτερα μετά την οδυνηρή εμπειρία των Δεκεμβριανών, η αποφυγή νέας κλιμάκωσης των εμφύλιων συγκρούσεων και κυρίως η ανόρθωση της χώρας. Προς αυτή την κατεύθυνση, μπορούσε να επιδιώκει η κάθε πολιτική παράταξη την ανάπτυξη της πολιτικής της επιρροής. ΄Εχω την εντύπωση πως αυτό από καμιά πλευρά δεν έγινε κατανοητό. Ούτε από την πλευρά του ΚΚΕ".

Βεβαίως, δεν παραγνωρίζει κανείς ότι τη δύσκολη εκείνη περίοδο, η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος βρέθηκε "στριμωγμένη" από τα γεγονότα και κυρίως από το λουτρό αίματος που δημιούργησαν οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις, κάτι που είχε σαν συνέπεια μέχρι το Μάρτιο του 1947 οι δολοφονημένοι κομμουνιστές και αριστεροί σε όλη τη χώρα να ανέρχονται σε 1.300 και οι εκτελεσμένοι με αποφάσεις των στρατοδικείων σε 124. Και επί δύο σχεδόν χρόνια μετά τα Δεκεμβριανά, διεξάγονταν ουσιαστικά ένας μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος κατά των αγωνιστών της Αντίστασης, στη διάρκεια του οποίου το εαμικό κίνημα έδειξε μια μεγάλη ζωτικότητα και εκπληκτικό δυναμισμό.

Αλλά, όπως επισημαίνει ο Γρ. Φαράκος, "η ηγεσία της Αριστεράς δεν καταλαβαίνει το πραγματικό περιεχόμενο αυτού του κινήματος, που κάθε άλλο παρά ήταν διατεθειμένο να την ακολουθήσει και σε μια ένοπλη αναμέτρηση. Δεν κατανοεί ούτε τον εσωτερικό συσχετισμό ούτε τις διεθνείς συνθήκες".

Η στάση του Στάλιν

Πολύ συζήτηση για τη στάση του Στάλιν και της ΕΣΣΔ απέναντι στα όσα διαδραματίσθηκαν στην Ελλάδα κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, έγινε σε όλη τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, κυρίως με βάση τα όσα προέκυψαν από τις συνομιλίες που είχε ο Στάλιν στη Μόσχα, το Φεβρουάριο του 1948, με αντιπροσωπείες των κομμουνιστικών κομμάτων της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας. Στη συνάντηση εκείνη, μετείχαν από την σοβιετική ηγεσία οι Στάλιν, Μολότοφ, Ζντάνοφ, Μαλένκοφ, Σουσλόφ και Ζόριν. Από τη Γιουγκοσλαβική οι Τζίλας, Καρντέλι και Ζόριν. Και από τη Βουλγαρική οι Δημητρόφ, Κολάροφ και Κοστόφ.

Οι πληροφορίες που είχαμε μέχρι τώρα για τη σύσκεψη και τα όσα σ΄αυτή διαμείφθηκαν, προέρχονταν κυρίως από γιουγκοσλαβικές πηγές. Συγκεκριμένα, έχουν γράψει σχετικά, ο βιογράφος του Τίτο, Βλάντιμιρ Ντέντιερ, στα βιβλία του "Ο Τίτο μιλάει" (1953) και "Νέα στοιχεία για τη βιογραφία του Γ. Μ. Τίτο" (1984), ο Μίλοβαν Τζίλας στα βιβλία του "Συνομιλίες με τον Στάλιν" (1962) και "Εξουσία" (1983) και τέλος ο ΄Εντβαρντ Καρντέλι στο βιβλίο του "Αναμνήσεις- Η μάχη για την αναγνώριση και την ανεξαρτησία της νέας Γιουγκοσλαβίας 1944 - 1957)".

Στο βιβλίο του "Ο Τίτο μιλάει", που εκδόθηκε το 1953, ο Β. Ντέντιερ αναφέρει ότι ο Στάλιν στην προαναφερόμενη συνάντηση με τους Βούλγαρους και Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές ηγέτες, είπε πως ο αγώνας του ΔΣΕ στην Ελλάδα έπρεπε να σταματήσει, γιατί δεν είχε προοπτικές νίκης. Στο μεταγενέστερο όμως τρίτομο έργο του, που εκδόθηκε το 1984 με τίτλο "Νέα στοιχεία για τη βιογραφία του Γ. Μ. Τίτο", ενώ αναφέρεται στο θέμα, παραλείπει τη δήλωση του Στάλιν για σταμάτημα του ελληνικού αντάρτικου.

Ο Μίλοβαν Τζίλας, παλιό ηγετικό στέλεχος του ΚΚΓ και στενός συνεργάτης του Τίτο, στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1962 με τίτλο "Συνομιλίες με τον Στάλιν", αναφέρει πως ο Στάλιν, στη συνάντηση στο Κρεμλίνο, το Φεβρουάριο του '48, με κατηγορηματικό τρόπο υπογράμμισε ότι το αντάρτικο στην Ελλάδα έπρεπε να σταματήσει το ταχύτερο δυνατό. Αργότερα, όμως, στο βιβλίο του "Εξουσία" (κυκλοφόρησε το 1983), ο Τζίλας αναφέρει πως ο Στάλιν χρησιμοποίησε τη λέξη "σβαρνούτ" για το ελληνικό αντάρτικο, που σημαίνει "να αναδιπλωθεί" και όχι - όπως αποδόθηκε στην αγγλική μετάφραση του βιβλίου του "Συνομιλίες με τον Στάλιν" - "να σταματήσει".

Η καταγραφή των δηλώσεων Στάλιν από τον Δημητρόφ

Καταγραφή όμως εκείνης της επίμαχης συζήτησης, η οποία έγινε στις 10 Φεβρουαρίου 1948, στο Κρεμλίνο, σχετικά με την ένοπλη εξέγερση στην Ελλάδα, έχουμε στο απόρρητο ημερολόγιο του Γκιόργκι Δημητρόφ που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στην Ελλάδα από τις εκδόσεις "Καστανιώτη". Και μάλλον η απόδοση του περιεχομένου της συζήτησης, θα πρέπει να θεωρηθεί ως η πιο σωστή και πιό αξιόπιστη, δεδομένου ότι κρατήθηκαν γι' αυτή στενογραφημένα πρακτικά, με ευθύνη του τότε Γραμματέα του Βουλγαρικού Κ.Κ. Τράϊτσο Κοστόφ.

΄Οπως προκύπτει από το ημερολόγιο του Δημητρόφ, ο Στάλιν αρκετά ωμά και απροσχημάτιστα, προδιέγραψε την πορεία που στο εξής θα έπρεπε να ακολουθηθεί σχετικά με το αντάρτικο κίνημα στην Ελλάδα. Πρώτα απ΄όλα, ο ηγέτης του Κρεμλίνου, εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με το ενδεχόμενο επικράτησης των ανταρτών του "Δημοκρατικού Στρατού", αλλά και υπέδειξε ότι "θα πρέπει να συρρικνωθεί το αντάρτικο κίνημα", δεδομένου ότι σε μία τέτοια περίπτωση "εάν συρρικνωθεί το αντάρτικο κίνημα, δεν θα έχουν αφορμή" να επιτεθούν στη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία. Και για να το εμπεδώσουν οι εκπρόσωποι των ηγεσιών των δύο χωρών που παρίσταντο στη σύσκεψη, επαναλαμβάνει αμέσως μετά ότι, από την ώρα που το ανταρτικό κίνημα στην Ελλάδα συρρικνωθεί, δεν θα είναι τόσο εύκολο οι Αμερικανοί και οι Άγγλοι να αρχίσουν πόλεμο "εάν δεν έχουν την αφορμή ότι εσείς οργανώνετε τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα". ΄Ηταν δηλαδή σαν να έλεγε ο Στάλιν στους Βούλγαρους και Γιουγκοσλάβους ηγέτες, στο πλαίσιο μιας νέου στυλ "διεθνιστικής αλληλεγγύης", ότι από την ώρα που σταματούσαν την ενίσχυση του ΔΣΕ και επέρχονταν η υποχώρηση και κατά συνέπεια η ήττα των ανταρτών, αυτό θα ήταν προς το συμφέρον τους, καθώς θα απομακρύνονταν το ενδεχόμενο μιας επέμβασης των αγγλοαμερικανών κατά των χωρών τους.

Σε άλλο σημείο της συζήτησης και μετά την παρατήρηση του Τράϊτσο Κοστόφ, ότι μία ήττα του ανταρτικού κινήματος στην Ελλάδα, θα δημιουργούσε δυσκολίες στα κομμουνιστικά καθεστώτα που είχαν εγκαθιδρυθεί στις άλλες βαλκανικές χώρες, ο Στάλιν, συνεχίζοντας να δίνει οδηγίες στο πλαίσιο πάντα της ανάγκης "συρρίκνωσης" του ελληνικού αντάρτικου, σημείωνε πως ναι μεν θα πρέπει να ενισχυθούν οι αντάρτες, όμως από την ώρα που μειώνονταν οι προοπτικές επιτυχίας τους, θα ήταν καλύτερο ο αγώνας τους να αναβληθεί για καλύτερες εποχές. "Και άλλη φορά συρρικνώθηκαν τα αντάρτικα κινήματα, εφόσον η κατάσταση ήταν δυσμενής", παρατήρησε ο Στάλιν, καλώντας τους συνομιλητές του να μην έχουν σ΄ αυτό το θέμα κανενός είδους ηθικά διλήμματα, από την ώρα που υπάρχει ζήτημα συσχετισμού δυνάμεων.

Σε ερώτηση εάν οι αμερικανοί θα επέτρεπαν μία νίκη των ανταρτών, ο Στάλιν δήλωνε ότι "αυτούς δεν θα τους ρωτήσει κανείς", καθώς "θα πρέπει να συνεχιστεί ο αγώνας εφόσον υπάρχουν λαϊκές δυνάμεις και στελέχη που μπορούν σωστά να χρησιμοποιήσουν αυτές τις δυνάμεις", για να παρατηρήσει αμέσως μετά ότι, βρε αδελφέ, δεν θα χαθεί ο κόσμος εάν ηττηθούν οι ΄Ελληνες αντάρτες. "Δεν πρέπει να σκεφτεί κανείς ότι, εάν στην Ελλάδα δεν γίνει τίποτα, όλα είναι χαμένα", θα πει με αφοπλιστική αφέλεια.

Στο τέλος της περιβόητης αυτής συζήτησης στο Κρεμλίνο και για να μην μείνουν αμφιβολίες στους συνομιλητές του, ο Στάλιν δίνει οδηγίες ότι θα πρέπει τα γειτονικά προς την Ελλάδα κράτη να αναγνωρίσουν τελευταία την κυβέρνηση των βουνών. "Ας την αναγνωρίσουν πρώτα οι άλλοι που βρίσκονται πιο μακριά", λέει ο σοβιετικός ηγέτης.

Ολόκληρη η συζήτηση του Στάλιν με τους ηγέτες της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας σχετικά με την Ελλάδα και το ανταρτικό κίνημα του ΔΣΕ, έχει ως εξής:

- Στάλιν : Εάν οι Έλληνες αντάρτες ηττηθούν, εσείς θα αρχίσετε πόλεμο;
- Καρντέλι : ΄Οχι.
- Στάλιν : Εγώ βασίζομαι στην ανάλυση των υπαρχόντων δυνάμεων των ανταρτών και των αντιπάλων τους. Τελευταία αρχίζω να αμφιβάλλω για τη νίκη των ανταρτών. Εάν δεν είστε βέβαιοι ότι οι αντάρτες θα νικήσουν, θα πρέπει να συρρικνωθεί το αντάρτικο κίνημα. Οι Αμερικανοί και οι ΄Αγγλοι ενδιαφέρονται πολύ για τη Μεσόγειο. Αυτοί θέλουν να έχουν βάση στην Ελλάδα και θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να διατηρήσουν εκεί μια τέτοια κυβέρνηση, που να τους υπακούει. Αυτό είναι ένα μεγάλο διεθνές ζήτημα. Εάν συρρικνωθεί το αντάρτικο κίνημα, δεν θα έχουν αφορμή να σας επιτεθούν. Δεν είναι τόσο εύκολο να αρχίσει τώρα πόλεμος, εάν αυτοί δεν έχουν την αφορμή ότι εσείς οργανώνετε στην Ελλάδα τον εμφύλιο πόλεμο. Εάν είστε πεπεισμένοι ότι οι αντάρτες έχουν πιθανότητες νίκης, αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Αλλα εγώ αμφιβάλω λίγο γι αυτό...
- Κοστόφ : Εμείς θεωρούμε ότι μια ήττα του αντάρτικου κινήματος στην Ελλάδα θα δημιουργούσε πολύ δύσκολη κατάσταση για τις άλλες βαλκανικές χώρες.
- Στάλιν : Βέβαια, οι αντάρτες θα πρέπει να ενισχυθούν. Αλλά, εάν η προοπτική του αντάρτικου κινήματος σε μία δεδομένη χώρα μειώνεται, είναι καλύτερα ο αγώνας να αναβληθεί για καλύτερες εποχές. Αυτό που λείπει ως συσχετισμός δυνάμεων, δεν μπορεί να αντικατασταθεί με επιφωνήματα και αναστεναγμούς. Χρειάζεται λογικός ισολογισμός των δυνάμεων. Εάν αυτός δείξει ότι τη δεδομένη στιγμή δεν προχωρά, δεν πρέπει να διστάζουμε να το παραδεχτούμε. Και άλλη φορά έχουν συρρικνωθεί τα αντάρτικα κινήματα, εφόσον ήταν δυσμενείς οι συνθήκες. Εάν κάτι δεν είναι δυνατό σήμερα, θα είναι δυνατόν αύριο. Εσείς φοβόσαστε να θέσετε με οξύτητα το θέμα. Σας κάνει εντύπωση "το ηθικό καθήκον". Εάν δεν μπορείτε να σηκώσετε δεδομένο βάρος, με το οποίο έχετε φορτωθεί, θα πρέπει να το παραδεχτείτε. Δεν πρέπει να φοβόσαστε κάποιο "κατηγορηματικό δίλημμα" σχετικά με το θέμα για το ηθικό καθήκον. Εμεις δεν αντιμετωπίζουμε τέτοια "κατηγορηματικά διλήμματα". Το όλο ζήτημα βρίσκεται στον συσχετισμό των δυνάμεων. Εάν είσαι καλά, χτύπα. Εάν όχι, μην δέχεσαι τη μάχη. Εμείς δεχόμαστε τη μάχη όχι όταν το θέλει ο αντίπαλος, αλλά όταν είναι προς το συμφέρον μας.
- Καρντέλι : Μέσα σε μερικούς μήνες θα γίνει σαφές ποιές είναι οι πιθανότητες των ανταρτών.
- Στάλιν : Καλά, τότε περιμένετε. Ισως εσείς να έχετε δίκαιο.
..................
- Κόστοφ : Οι Αμερικανοί θα επιτρέψουν νίκη των ανταρτών;
- Στάλιν : Αυτούς δεν θα τους ρωτήσει κανείς. Εάν υπάρχουν δυνάμεις για τη νίκη και υπάρχουν άνθρωποι, που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις λαϊκές δυνάμεις, θα πρέπει να συνεχιστεί ο αγώνας. Αλλά δεν πρέπει να σκεφτεί κανείς ότι, εάν στην Ελλάδα δεν γίνει τίποτα, όλα είναι χαμένα. Τα γειτονικά κράτη, θα πρέπει να αναγνωρίσουν τελευταία την κυβέρνηση του στρατηγού Μάρκου. Ας την αναγνωρίσουν πρώτα οι άλλοι που βρίσκονται πιο μακριά".

Φυσικά, όλα αυτά και κυρίως οι ξεκάθαρες και αδιαμφισβήτητες παροτρύνσεις Στάλιν, για την εξέλιξη του αντάρτικου στην Ελλάδα, εκτός των άλλων καταρρίπτουν και τον μύθο που καλλιεργήθηκε μετά το τέλος του εμφύλιου πολέμου, ότι ο αδελφοκτόνος σπαραγμός, που τόσα κόστισε στη χώρα σε ανθρώπινες ζωές και υλικές καταστροφές, ήταν αποτέλεσμα "ξενοκίνητης συνωμοσίας" και "σοβιετικής επέμβασης".

Ο ίδιος ο Νίκος Ζαχαριάδης, στο "Χρονικό" του, που άρχισε να γράφει την Πρωτομαγιά του 1966, ταυτόχρονα με την κήρυξη απεργίας πείνας, προκειμένου να διαμαρτυρηθεί για την απάνθρωπη απομόνωσή του από τους σοβιετικούς, στο Σουργκούτ της Σιβηρίας, αναφερόμενος στον ένοπλο αγώνα της περιόδου 1946-49 και κριτικάροντας τη στάση των σοβιετικών προς το ΚΚΕ κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, άφηνε την οργή του να ξεχειλίσει. "Εάν συγκρίνουμε τη βοήθεια που πήραμε, με τη βοήθεια στον ένοπλο αγώνα προς την Κορέα και προς το Βιετνάμ, τότε θα πρέπει να βάλουμε τις φωνές και να ξεριζώσουμε τα μαλλιά μας" δήλωνε με πίκρα.

Ανάλογες εκτιμήσεις για παθητική στάση του Στάλιν απέναντι στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο, άρχισαν να διατυπώνονται τα τελευταία χρόνια και στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στις 12 Μαρτίου 1947, ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρυ Τρούμαν, απευθύνθηκε στο Κογκρέσο για να ανακοινώσει εκείνο που αργότερα θα γινόταν γνωστό ως το "Δόγμα Τρούμαν", το οποίο αντιμετώπιζε ως εχθρό τον μέχρι πριν μία διετία σύμμαχο των ΗΠΑ, τους Σοβιετικούς. "Αφορμή, παρατηρεί ο 72χρονος σήμερα συγγραφέας Γκορ Βιντάλ, που παραμένει το πιό κοφτερό και αγέραστο μυαλό της αμερικανικής διανόησης, "υπήρξε ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, που κατευθυνόταν, δήθεν, από τους Σοβιετικούς και τον οποίο εμείς οι αμερικανοί, δεν μπορούσαμε να ανεχθούμε".

Ο Γκορ Βιντάλ, σε άρθρο του, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, διατυπώνει την εκτίμηση ότι οι σοβιετικοί έμειναν μακριά από τον Ελληνικό εμφύλιο πόλεμο και δεν βοήθησαν τους ΄Ελληνες συντρόφους τους. "Οι ΄Ελληνες αντάρτες", γράφει ο διαπρεπής αμερικανός συγγραφέας, "έπαιρναν κάποια βοήθεια από τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία, αλλά οι σοβιετικοί, έμειναν μακριά από την υπόθεση, επειδή πίστευαν ότι θα διατηρούσαν τον έλεγχο οι Βρετανοί, στα συμφέροντα των οποίων ανήκε η Ελλάδα.. Η Βρετανία, όμως, που δεν είχε ούτε τη θέληση ούτε τα μέσα για να επέμβει, κάλεσε τις ΗΠΑ να αναλάβουν".

Μετά την προαναφερόμενη διάσκεψη του Κρεμλίνου, στις 10 Φεβρουαρίου 1948 και τις οδηγίες του Στάλιν στις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων και κυβερνήσεων της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας για "συρρίκνωση του ελληνικού ανταρτικου κινήματος", τα γειτονικά βαλκανικά κράτη θα μειώσουν, περιορίζοντας στο ελάχιστο την υλική βοήθεια προς τους αντάρτες του "Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας". Βέβαια σε αυτό, θα συμβάλουν καθοριστικά και τα γεγονότα που εκείνη την περίοδο διαδραματίζονται στς βαλκανικές χώρες. ΄Ετσι, θα υπάρξει η εκδίωξη της Γιουγκοσλαβίας από την "Κομινφόρμ" στις 28 Ιουνίου 1948, μετά την απροθυμία του Τίτο να υποταχθεί στη γραμμή του Κρεμλίνου, γεγονός που θα επηρεάσει τη στάση της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας και έναντι του ελληνικού αντάρτικου.

΄Εντεκα μήνες αργότερα, στις 10 Ιουλίου 1949, η Γιουγκοσλαβία δια του Τίτο ανακοίνωνε το κλείσιμο των συνόρων με την Ελλάδα, για να αποτρέψει τη διακίνηση των ανταρτών διαμέσου των γιουγκοσλαβικών συνόρων και ύστερα από 13 ημέρες, διέταξε τη διάλυση των ανταρτικών στρατοπέδων και νοσοκομείων που λειτουργούσαν στο γιουγκοσλαβικό έδαφος. Γεγονός που είχε κάνει το Ζαχαριάδη να επιτεθεί ευθέως κατά των ηγετών του Βελιγραδίου, κατηγορώντας τους ότι δίνουν βοήθεια στα ελληνικά κυβερνητικά στρατεύματα και ότι σχεδιάζουν την ήττα των ανταρτών.

Την ίδια ακριβώς περίοδο, ένας από τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές του "Δημοκρατικού Στρατού" στη βουλγαρική ηγεσία, ο μέχρι τότε γενικός γραμματέας του Κ.Κ. Βουλγαρίας Τράϊτσο Κοστόφ, που είχε πέσει στη δυσμένεια του Στάλιν, θα εκδιωχθεί από το κόμμα του τον Μάρτιο του 1949 και λίγο αργότερα θα δικαστεί με την αστήρικτη κατηγορία της "προδοσίας" και θα εκτελεσθεί. Ενώ την ίδια τύχη, είχε στην Αλβανία το κορυφαίο στέλεχος του Αλβανικού Κ.Κ. Κότσε Τζότζε, στρατηγός των αλβανών παρτιζάνων την περίοδο της αντίστασης, που συνελήφθη τον Ιούνιο του 1949 με την προκατασκευασμένη κατηγορία του "Τιτοϊσμού" και εκτελέσθηκε τον ίδιο μήνα.

Οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις στον ελληνικό περίγυρο, πολύ περισσότερο που διαδραματίζονταν στις χώρες από τις οποίες η ηγεσία του ΚΚΕ περίμενε την υλική υποστήριξη του "Δημοκρατικού Στρατού" και κυρίως η συντριβή στο πεδίο των μαχών, με τον Ζαχαριάδη να επιμένει μέχρι τέλους όχι σε ανταρτοπόλεμο αλλά σε τακτική στρατιωτική αναμέτρηση, επέφεραν τον Αύγουστο του 1949 την ήττα και τον οριστικό τερματισμό του αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου, που τόσο σκληρά τον πλήρωσε η χώρα μας.


Τα διδάγματα του Εμφυλίου   |   Τα θύματα και το μέγεθος των καταστροφών
Χρονικό των γεγονότων του Εμφυλίου   |   Ο ρόλος των ξένων
Η πολιτική αστάθεια της περιόδου 1946 - 49   |   Οι τρεις μεγάλες πολιτικές δολοφονίες
Ο κανονιοβολισμός της Θεσσαλονίκης   |   Το σχέδιο "Πυρσός"