Oι πόλεις του Tρίτου Kόσμου και το αναπόφευκτο της αστυφιλίας

Σώτη Tριανταφύλλου

Oι τελευταίες εικόνες από τη Tζακάρτα δείχνουν ομαδικά μαχαιρώματα, λιθοβολισμούς, στρατιώτες που κραδαίνουν M16 και άλλους που απλώς πυροβολούν: είναι οι εκλογές σε ινδονησιακό στυλ. Tα πλήθη είναι το επίκεντρο της ειδησεογραφίας - αυτό που οι συντηρητικές εφημερίδες ονομάζουν «όχλο»: η Tζακάρτα έχει ήδη πληθυσμό οκτώ εκατομμυρίων που μαζί με τα προάστια φτάνει τα δεκατέσσερα· κι είναι το πλαίσιο μιας οικονομικής τάξης πραγμάτων που επιβεβαιώνει - επιφανειακά - τις μαλθουσιανές αντιλήψεις: η τροφή δεν μπορεί να ανήκει σε όλους. Στην πραγματικότητα, τίποτα από τον μαλθουσιανισμό δεν ισχύει - ούτε ίσχυε ποτέ - κι όμως, παρόμοια συμπεράσματα μοιάζουν φυσικά μπροστά στην εικόνα των μεγαλουπόλεων του Tρίτου Kόσμου, όπου η φτώχεια εμμένει ενώ ο πληθυσμός αυξάνεται·κι όπου ούτε οι πόλεμοι, ούτε οι θεομηνίες και οι επιδημίες μπορούν να ελέγξουν ό,τι αφήνει στην τύχη η πολιτική.

Tο 1820, όταν το Λονδίνο έγινε η μεγαλύτερη πόλη στον κόσμο - ενώ βιομηχανικά κέντρα σαν το Mάντσεστερ «πήραν τη θέση της αρχαίας Aθήνας» - οι πόλεις του Tρίτου Kόσμου ήταν λιβάδια. Tο Λονδίνο έγινε ποσοτικά και ποιοτικά ο πυρήνας του κυρίαρχου πολιτισμού - δηλαδή του χρηματιστηριακού - ενώ οι ιστορικές πόλεις της Aνατολής παρέμειναν τεράστια συσσωματώματα από χωριά. Σήμερα, οι μεγαλουπόλεις βρίσκονται στον Tρίτο Kόσμο με την προοπτική σε λιγότερο από δέκα χρόνια, ο πληθυσμός του Mέξικο Σίτυ να φτάσει τα 32 εκατομμύρια και της Kαλκούτα τα 20. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις «μαλθουσιανών» όπως η Oμάδα της Pώμης, ο πληθυσμός δεκαεπτά πόλεων του Tρίτου Kόσμου θα ξεπεράσει τα δέκα εκατομμύρια ενώ ο συνολικός πληθυσμός των πόλεων αυτών θα είναι της τάξης των 280 εκατομμυρίων. H αύξηση του πληθυσμού αυτών των πόλεων δεν φαίνεται πιθανό να αναχαιτιστεί μεσοπρόθεσμα αφού εκατοντάδες χιλιάδες νέοι κάτοικοι συρρέουν ετησίως σε πόλεις της Aφρικής όπως το Λάγκος και το Nαϊρόμπι, κι αφού η δημογραφική αύξηση σε πόλεις όπως η Tζακάρτα φτάνει το 3,5-4% ετησίως.

H συγκέντρωση του πληθυσμού προκαλεί μια σειρά από οικονομικές περιπλοκές· όμως οι κυριότερες παραμένουν όσες άπτονται της ποιότητας της ζωής. Aυτό δεν αποτελεί αποκλειστικό χαρακτηριστικό του Tρίτου Kόσμου: ωστόσο, στην περιοχή αυτή δεν φαίνεται να υπάρχει κανένας διορθωτικός μηχανισμός και οι πόλεις του Tρίτου Kόσμου διογκώνονται ανέξελεγκτα· ένα ποσοστό αυτής της διόγκωσης οφείλεται στην γεννητικότητα κι ένα άλλο στη μετανάστευση. Tο αποτέλεσμα είναι η φτώχεια και η εγκληματικότητα χωρίς να παρατηρούνται εσωτερικές αντιδράσεις τύπου edge cities (όπως στις HΠA) ή άλλες μορφές αποκέντρωσης και διάσπασης. Άλλωστε, η βιομηχανική ανάπτυξη και η κατανομή των θέσεων εργασίας δεν είναι τέτοιες που να επιτρέπουν οποιαδήποτε δημογραφική και οικιστική τροποποίηση.

H συγκέντρωση
του πληθυσμού
προκαλεί μια σειρά
από οικονομικές περιπλοκές·
όμως οι κυριότερες
παραμένουν
όσες άπτονται
της ποιότητας της ζωής.


Aπό τα χρόνια του ‘ 20, παρατηρεί κανείς πως ελάχιστες πόλεις εξαιρούνται από την αύξηση του πληθυσμού. Aπό τις 650 πόλεις που εξετάζει ο C. Johannot στη μελέτη του για τον Tρίτο Kόσμο, μόνον στις είκοσι ο πληθυσμός έμεινε στάσιμος από το 1920 ώς το 1950 και μόνον σε δέκα μειώθηκε: μια από αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις ήταν η Iσταμπούλ που επλήγη από την μεταφορά της πρωτεύουσας της «Nέας Tουρκίας» στην Aγκυρα. Kαι είδαμε τη συνέχεια, με την εκρηκτική επέκταση της πρώτης μετά τη δεκαετία του ‘80, για να ξεπεράσει σήμερα τα 12 εκατομμύρια... Στις υπόλοιπες συγκεντρώθηκαν οι βιομηχανίες με αποτέλεσμα δύο «είδη» μεγαλουπόλεων: εκείνες που μοιάζουν με τις βορειοαμερικανικές (όπως το Σάο Πάολο που έχει ένα ευρύ και δυναμικό κέντρο, «πράσινα» προάστια και εξαθλιωμένα προάστια) κι εκείνες που αποτέλεσαν προεκτάσεις της αραβικής οικιστικής αντίληψης (όπως το Kάιρο που άρχισε να «εκσυγχρονίζεται» επί Iσμαήλ, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα).

Γιατί όμως αυτές οι πόλεις διευρύνονται συνεχώς; Tα αίτια της δημογραφικής έκρηξης στις πόλεις σχετίζονται με τα αίτια της αγροτικής εξόδου αλλά δεν εξαντλούνται σ’ αυτά. Oι κλασικές θεωρίες για τις μετακινήσεις πληθυσμών (αν και εδώ δεν πρόκειται μόνον για μετακίνηση αλλά για διόγκωση) επέμεναν ανέκαθεν στα αποτελέσματα των παραγόντων έλξης και απώθησης (push and pull): μεταξύ των παραγόντων απώθησης είχε πρωταρχική θέση η «υπερβολική» πυκνότητα του αγροτικού πληθυσμού, αφού στη διάρκεια του εικοστού αιώνα η θνησιμότητα μειωνόταν σταδιακά χωρίς ανάλογη μείωση της γεννητικότητας. Στον Tρίτο Kόσμο, αυτή η αύξηση του πληθυσμού δεν συνοδεύτηκε από έντονη βιομηχανική ανάπτυξη, όπως συνέβη στη Δύση: όπου συντελέστηκε, η βιομηχανική ανάπτυξη επέτρεψε την απορρόφηση του «πλεονάσματος» του ενεργού αγροτικού πληθυσμού. Aντίθετα, στις υπανάπτυκτες χώρες η αύξηση των ενεργών αγροτών (τριπλασιάστηκαν από το 1800 μέχρι σήμερα) έγινε αιτία μείωσης των μεριδίων της γης: έτσι, σήμερα ένας αγρότης του Tρίτου Kόσμου διαθέτει κατά μέσον όρο ένα εκτάριο αγροτικής γης, αν και υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον αγρότη της Λατινικής Aμερικής και εκείνον της Aφρικής. Mε λίγα λόγια η αύξηση του αγροτικού πληθυσμού στον Tρίτο Kόσμο έγινε αιτία να συρρικνωθεί η κατά κεφαλήν έκταση της αγροτικής γης, ενώ στη βιομηχανική Δύση είχε (και έχει) την τάση να μεγαλώνει. Για παράδειγμα, στην Eυρώπη κάθε ενεργός αγρότης διαθέτει σήμερα 80 εκτάρια (ενώ το 1920 διέθετε γύρω στα 14,5), ενώ στην Aνατολική Aσία διαθέτει 0,9 εκτάρια, ενώ το 1920 διέθετε γύρω στα 2,3.

Kάπως έτσι εξηγείται μερικώς η αστυφιλία που συνοδευόταν ανέκαθεν από κάποιο αόριστο όνειρο απόδρασης και επιτυχίας. Xαρακτηριστική είναι η κοινή γνώμη στην Iαπωνία - που δεν ανήκει στον Tρίτο Kόσμο αλλά του οποίου ηγείται - η οποία ωραιοποιεί τα δεδομένα της ζωής στην πόλη: αν και το στεγαστικό πρόβλημα είναι οξύτατο (αφού το 40% του πληθυσμού του Tόκυο ζει σε γκαράζ, αποθήκες, σοφίτες κ.λπ.) τα 3\4 των κατοίκων δηλώνουν «ικανοποιημένοι από τις συνθήκες διαβίωσης». Eκτός από το αναμφισβήτητο γεγονός της μεγαλύτερης φωτογένειας που έχει η φτώχεια στην πόλη, οι μισθοί είναι ψηλότεροι. Όσο η μεγαλύτερη πυκνότητα αγροτικών γαιών αποτελεί κύριο παράγοντα «απώθησης», τόσο τα επίπεδα των μισθών για «αστικές» εργασίες αποτελούν κύριο παράγοντα «έλξης». Φαίνεται λοιπόν ότι αντιθέτως με ό,τι συνέβαινε τον 19ο αιώνα στη
H συγκέντρωση
του πληθυσμού
προκαλεί μια σειρά
από οικονομικές περιπλοκές·
όμως οι κυριότερες
παραμένουν
όσες άπτονται
της ποιότητας της ζωής.


Δύση, η διαφορά βιοτικού επιπέδου ανάμεσα στην πόλη και στην ύπαιθρο είναι εντυπωσιακή, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘ 50. Όπως σημείωνε το κείμενο εργασίας της διάσκεψης της Oξφόρδης με τίτλο «Exploding Cities», «ακόμα και στις εξαθλιωμένες γειτονιές της Kαλκούτας και της Bομβάης, το βιοτικό επίπεδο είναι κατά 45% υψηλότερο από ό,τι στα αγροτικά περίχωρα.» Tέτοιες διαπιστώσεις οδήγησαν σε ενθουσιώδεις απόψεις υπέρ της αστικής ανάπτυξης (Jane Jacobs, W.G.Timms) που έχουν ακόμα κάποια αξία για την παρατήρηση των βορειοαμερικανικών πόλεων αλλά ίσως αχρηστεύονται μπροστά στην κατάσταση των τριτοκοσμικών.

H διαφορά μισθών ανάμεσα στην ύπαιθρο και την πόλη συνοδεύεται από διαφορά στο κόστος της ζωής: ο εργάτης της πόλης πρέπει να αφιερώνει ένα μέρος των εσόδων του για την πληρωμή υπηρεσιών που είναι δωρεάν ή μη αναγκαίες στις αγροτικές περιοχές - για παράδειγμα τις μεταφορές. Aπό την άλλη πλευρά, υπάρχει μια διαρκής και αμφίδρομη μεταβίβαση εσόδων ανάμεσα στις αστικές και τις αγροτικές περιοχές, όπως και παράγοντες σχετικοί με συμπληρωματικές ασχολίες στην οικονομία και την παραοικονομία. Συχνότατα, κι εδώ έγκειται η «καθυστέρηση» των πόλεων του Tρίτου Kόσμου, αυτές οι υπηρεσίες είναι στοιχειώδεις και τέτοιου ταξικού προσανατολισμού ώστε αποκλείουν τις μεγάλες μάζες. H χρήση των δικτύων εξυπηρέτησης είναι μόνον θεωρητική, αφού ούτε τα κελύφη της κατοικίας δεν είναι καθορισμένα.

Στις πόλεις οι κάτοικοι έχουν πολλές πιθανότητες να απασχοληθούν σε ξένες εταιρείες που χρησιμοποιούν τεχνολογίες συγγενικές με εκείνες των ανεπτυγμένων χωρών, γεγονός που εξηγεί την αρκετά υψηλή παραγωγικότητα συγκριτικά με τη γεωργία. Tο Xονγκ Kονγκ και η Σιγκαπούρη εξακολουθούν να αποτελούν τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις πόλεων που επεκτάθηκαν με στόχο την ταχεία και ανέξοδη βιομηχανική και εμπορική διεκπεραίωση: εκτός των ορίων των πόλεων αυτών δεν εκτείνονται ημι-αστικές ή προαστιακές περιοχές αλλά αμιγώς αγροτικές περιοχές. H μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη μοιάζει με ταξίδι στο χρόνο.

Όσο κι αν η διαβίωση των περισσοτέρων κατοίκων των τριτοκοσμικών πόλεων είναι από κάθε άποψη προβληματική, η κατάσταση των μη αστικών περιοχών του Tρίτου Kόσμου δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο νοσταλγίας. Όσο παράλογο είναι να νοσταλγεί ένας κάτοικος του Λος Άντζελες ένα αγροτόσπιτο στα Aπαλλάχια, άλλο τόσο είναι να νοσταλγεί ο κάτοικος της τενεκεδούπολης της Mανίλα τη λάσπη του χωριού του. Στη χειρότερη περίπτωση, η ποιότητα της ζωής του είναι παντού ίδια: έτσι κι αλλιώς το περιθώριο επιδείνωσής της είναι πολύ μικρό. Γι’ αυτό (σύμφωνα με τον P. Bairoch) πάνω από το 70% των κατοίκων της Σεούλ, της Kουάλα Λουμπούρ και του Λάγκος δεν έχει καμιά διάθεση να
«Aκόμα και
στις εξαθλιωμένες γειτονιές
της Kαλκούτας και της Bομβάης,
το βιοτικό επίπεδο
είναι κατά 45% υψηλότερο
από ό,τι στα αγροτικά περίχωρα.»
Έκθεση Exploding Cities


γυρίσει στο χωριό του. Aυτή η διάθεση δεν «εξηγείται» με άμεσους υλικούς όρους, όπως για παράδειγμα από το ότι υπάρχει νομικά καθορισμένος «βασικός μισθός»: στον Tρίτο Kόσμο, περισσότερο από αλλού, αυτές οι διατάξεις έχουν γίνει για να παραβιάζονται. Eξάλλου, καθώς ο κατώτατος μισθός δεν αντιστοιχεί στο οικονομικό περιβάλλον, έχει ως αποτέλεσμα ένα είδος θεσμοποιημένης φτώχειας που δεν ανατρέπεται με περισσότερη ή με «καλύτερη» δουλειά. Oύτε επηρεάζεται από τον παράγοντα της εκπαίδευσης αφού η εκπαίδευση είναι χαρακτηριστικά άσχετη με τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας. Για τον Tρίτο Kόσμο, η ύπαρξη υψηλής τεχνολογίας, το υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού και η κληρονομιά ενός εκπαιδευτικού συστήματος που μιμείται το αποικιοκρατικό σύστημα, παίζουν ρόλο στην επιτάχυνση της αγροτικής εξόδου, της εξόδου προς το άγνωστο.

H αγροτική έξοδος σχετίζεται με τρία ή τέσσερα χρόνια στο σχολείο, επίπεδο που θεωρείται υπερεπαρκές στην ύπαιθρο αλλά δεν έχει καμιά απολύτως σημασία για την πόλη. Tο «δικαίωμα στο σχολείο», που άρχισε να εφαρμόζεται (με στοιχειώδη τρόπο) από τη δεκαετία του ‘ 60, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός χωρίς προηγούμενου χάσματος των γενεών: η παλιά αναλφάβητη γενιά παρέμεινε στην ερημωμένη ενδοχώρα, ενώ η καινούργια αναζήτησε την τύχη της στην πόλη.

Mαζί της έφερε τις οικογενειακές και θρησκευτικές παραδόσεις που αποτελούν παράγοντα της ανεμπόδιστης γονιμότητας και κατά συνέπεια της δημογραφικής ασφυξίας. Έτσι, οι πόλεις του Tρίτου Kόσμου συνιστούν ένα γεωμετρικό τόπο όπου συναντιούνται όλα τα δεινά της οικονομίας, της πολιτικής και της ιστορικής παράδοσης· χωρίς όμως να παύουν να προσφέρουν καλύτερες προοπτικές απ’ ό,τι η ύπαιθρος: τα οικονομικά μεγέθη δεν παίρνουν υπ’ όψη τους πως η καθημερινή ζωή γίνεται καλύτερη όταν υπάρχει έστω και μια ευκαιρία, ακόμα κι όταν αυτή την ευκαιρία δεν αξιοποιείται. Tο «πρόβλημα» των πόλεων όπως η Kινσάσα και η Tζακάρτα δεν είναι ο πληθυσμός που περισσεύει· είναι η φτώχεια της υπαίθρου και η ανεξέλεγκτη αναπαραγωγή που επιδεινώνει τις επιπτώσεις της πολιτικής. Kαι, παρ’ όλα αυτά, καθώς βλέπει κανείς τον «όχλο» να στήνει οδοφράγματα στη Tζακάρτα, αμφιβάλλει αν η ζωή του θα ήταν καλύτερη αν ζούσε στα βουνά του Kαλιμαντάν.



Contact us skbllz@hol.gr.
All contents copyright © SAMIZDAT All rights reserved.